헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

οἰκονομέω

ε 축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: οἰκονομέω οἰκονομήσω

형태분석: οἰκονομέ (어간) + ω (인칭어미)

어원: oi)kono/mos

  1. 명령하다, 관리하다, 지시하다, 만지다, 꾸리다
  2. 다루다, 만지다, 처리하다
  1. to manage as a house steward, to manage, order, regulate
  2. to treat, handle
  3. to be a house-steward

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 οἰκονομῶ

(나는) 명령한다

οἰκονομεῖς

(너는) 명령한다

οἰκονομεῖ

(그는) 명령한다

쌍수 οἰκονομεῖτον

(너희 둘은) 명령한다

οἰκονομεῖτον

(그 둘은) 명령한다

복수 οἰκονομοῦμεν

(우리는) 명령한다

οἰκονομεῖτε

(너희는) 명령한다

οἰκονομοῦσιν*

(그들은) 명령한다

접속법단수 οἰκονομῶ

(나는) 명령하자

οἰκονομῇς

(너는) 명령하자

οἰκονομῇ

(그는) 명령하자

쌍수 οἰκονομῆτον

(너희 둘은) 명령하자

οἰκονομῆτον

(그 둘은) 명령하자

복수 οἰκονομῶμεν

(우리는) 명령하자

οἰκονομῆτε

(너희는) 명령하자

οἰκονομῶσιν*

(그들은) 명령하자

기원법단수 οἰκονομοῖμι

(나는) 명령하기를 (바라다)

οἰκονομοῖς

(너는) 명령하기를 (바라다)

οἰκονομοῖ

(그는) 명령하기를 (바라다)

쌍수 οἰκονομοῖτον

(너희 둘은) 명령하기를 (바라다)

οἰκονομοίτην

(그 둘은) 명령하기를 (바라다)

복수 οἰκονομοῖμεν

(우리는) 명령하기를 (바라다)

οἰκονομοῖτε

(너희는) 명령하기를 (바라다)

οἰκονομοῖεν

(그들은) 명령하기를 (바라다)

명령법단수 οἰκονόμει

(너는) 명령해라

οἰκονομείτω

(그는) 명령해라

쌍수 οἰκονομεῖτον

(너희 둘은) 명령해라

οἰκονομείτων

(그 둘은) 명령해라

복수 οἰκονομεῖτε

(너희는) 명령해라

οἰκονομούντων, οἰκονομείτωσαν

(그들은) 명령해라

부정사 οἰκονομεῖν

명령하는 것

분사 남성여성중성
οἰκονομων

οἰκονομουντος

οἰκονομουσα

οἰκονομουσης

οἰκονομουν

οἰκονομουντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 οἰκονομοῦμαι

(나는) 명령된다

οἰκονομεῖ, οἰκονομῇ

(너는) 명령된다

οἰκονομεῖται

(그는) 명령된다

쌍수 οἰκονομεῖσθον

(너희 둘은) 명령된다

οἰκονομεῖσθον

(그 둘은) 명령된다

복수 οἰκονομούμεθα

(우리는) 명령된다

οἰκονομεῖσθε

(너희는) 명령된다

οἰκονομοῦνται

(그들은) 명령된다

접속법단수 οἰκονομῶμαι

(나는) 명령되자

οἰκονομῇ

(너는) 명령되자

οἰκονομῆται

(그는) 명령되자

쌍수 οἰκονομῆσθον

(너희 둘은) 명령되자

οἰκονομῆσθον

(그 둘은) 명령되자

복수 οἰκονομώμεθα

(우리는) 명령되자

οἰκονομῆσθε

(너희는) 명령되자

οἰκονομῶνται

(그들은) 명령되자

기원법단수 οἰκονομοίμην

(나는) 명령되기를 (바라다)

οἰκονομοῖο

(너는) 명령되기를 (바라다)

οἰκονομοῖτο

(그는) 명령되기를 (바라다)

쌍수 οἰκονομοῖσθον

(너희 둘은) 명령되기를 (바라다)

οἰκονομοίσθην

(그 둘은) 명령되기를 (바라다)

복수 οἰκονομοίμεθα

(우리는) 명령되기를 (바라다)

οἰκονομοῖσθε

(너희는) 명령되기를 (바라다)

οἰκονομοῖντο

(그들은) 명령되기를 (바라다)

명령법단수 οἰκονομοῦ

(너는) 명령되어라

οἰκονομείσθω

(그는) 명령되어라

쌍수 οἰκονομεῖσθον

(너희 둘은) 명령되어라

οἰκονομείσθων

(그 둘은) 명령되어라

복수 οἰκονομεῖσθε

(너희는) 명령되어라

οἰκονομείσθων, οἰκονομείσθωσαν

(그들은) 명령되어라

부정사 οἰκονομεῖσθαι

명령되는 것

분사 남성여성중성
οἰκονομουμενος

οἰκονομουμενου

οἰκονομουμενη

οἰκονομουμενης

οἰκονομουμενον

οἰκονομουμενου

미래 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 οἰκονομήσω

(나는) 명령하겠다

οἰκονομήσεις

(너는) 명령하겠다

οἰκονομήσει

(그는) 명령하겠다

쌍수 οἰκονομήσετον

(너희 둘은) 명령하겠다

οἰκονομήσετον

(그 둘은) 명령하겠다

복수 οἰκονομήσομεν

(우리는) 명령하겠다

οἰκονομήσετε

(너희는) 명령하겠다

οἰκονομήσουσιν*

(그들은) 명령하겠다

기원법단수 οἰκονομήσοιμι

(나는) 명령하겠기를 (바라다)

οἰκονομήσοις

(너는) 명령하겠기를 (바라다)

οἰκονομήσοι

(그는) 명령하겠기를 (바라다)

쌍수 οἰκονομήσοιτον

(너희 둘은) 명령하겠기를 (바라다)

οἰκονομησοίτην

(그 둘은) 명령하겠기를 (바라다)

복수 οἰκονομήσοιμεν

(우리는) 명령하겠기를 (바라다)

οἰκονομήσοιτε

(너희는) 명령하겠기를 (바라다)

οἰκονομήσοιεν

(그들은) 명령하겠기를 (바라다)

부정사 οἰκονομήσειν

명령할 것

분사 남성여성중성
οἰκονομησων

οἰκονομησοντος

οἰκονομησουσα

οἰκονομησουσης

οἰκονομησον

οἰκονομησοντος

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 οἰκονομήσομαι

(나는) 명령되겠다

οἰκονομήσει, οἰκονομήσῃ

(너는) 명령되겠다

οἰκονομήσεται

(그는) 명령되겠다

쌍수 οἰκονομήσεσθον

(너희 둘은) 명령되겠다

οἰκονομήσεσθον

(그 둘은) 명령되겠다

복수 οἰκονομησόμεθα

(우리는) 명령되겠다

οἰκονομήσεσθε

(너희는) 명령되겠다

οἰκονομήσονται

(그들은) 명령되겠다

기원법단수 οἰκονομησοίμην

(나는) 명령되겠기를 (바라다)

οἰκονομήσοιο

(너는) 명령되겠기를 (바라다)

οἰκονομήσοιτο

(그는) 명령되겠기를 (바라다)

쌍수 οἰκονομήσοισθον

(너희 둘은) 명령되겠기를 (바라다)

οἰκονομησοίσθην

(그 둘은) 명령되겠기를 (바라다)

복수 οἰκονομησοίμεθα

(우리는) 명령되겠기를 (바라다)

οἰκονομήσοισθε

(너희는) 명령되겠기를 (바라다)

οἰκονομήσοιντο

(그들은) 명령되겠기를 (바라다)

부정사 οἰκονομήσεσθαι

명령될 것

분사 남성여성중성
οἰκονομησομενος

οἰκονομησομενου

οἰκονομησομενη

οἰκονομησομενης

οἰκονομησομενον

οἰκονομησομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ᾠκονόμουν

(나는) 명령하고 있었다

ᾠκονόμεις

(너는) 명령하고 있었다

ᾠκονόμειν*

(그는) 명령하고 있었다

쌍수 ᾠκονομεῖτον

(너희 둘은) 명령하고 있었다

ᾠκονομείτην

(그 둘은) 명령하고 있었다

복수 ᾠκονομοῦμεν

(우리는) 명령하고 있었다

ᾠκονομεῖτε

(너희는) 명령하고 있었다

ᾠκονόμουν

(그들은) 명령하고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ᾠκονομούμην

(나는) 명령되고 있었다

ᾠκονομοῦ

(너는) 명령되고 있었다

ᾠκονομεῖτο

(그는) 명령되고 있었다

쌍수 ᾠκονομεῖσθον

(너희 둘은) 명령되고 있었다

ᾠκονομείσθην

(그 둘은) 명령되고 있었다

복수 ᾠκονομούμεθα

(우리는) 명령되고 있었다

ᾠκονομεῖσθε

(너희는) 명령되고 있었다

ᾠκονομοῦντο

(그들은) 명령되고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τὸν οἰκονομεῖν μέλλοντά τι κατὰ τρόπον τῶν τε τόπων, περὶ οὓσ ἂν πραγματεύηται, μὴ ἀπείρωσ ἔχειν, καὶ τῇ φύσει εὐφυῆ εἶναι καὶ τῇ προαιρέσει φιλόπονόν τε καὶ δίκαιον· (Aristotle, Economics, Book 2 3:1)

    (아리스토텔레스, 경제학, Book 2 3:1)

  • αὕτη δέ ἐστιν ἀνώμαλοσ μὲν διὰ τὸ δεῖν μὴ πρὸσ ἕνα σκοπὸν οἰκονομεῖν, ἐλαχίστη δὲ διὰ τὸ καὶ τὰσ προσόδουσ καὶ τὰ ἀναλώματα βραχέα γίνεσθαι. (Aristotle, Economics, Book 2 14:2)

    (아리스토텔레스, 경제학, Book 2 14:2)

  • εἰ δ’ ἀναγκαῖον εἰή μίσγειν τοῖσ κρείττοσι τοὺσ χείρονασ, ὡσ ἐπὶ πολλῶν γίνεται τὰ γὰρ ὀνόματα κεῖται τοῖσ πράγμασιν ὡσ ἔτυχεν, οἰκονομεῖν αὐτὰ χρὴ φιλοτέχνωσ καὶ διακλέπτειν τῇ χάριτι τῆσ συνθέσεωσ τὴν ἀνάγκην ἄλλωσ τε καὶ πολλὴν τὴν ἄδειαν ἔχοντασ· (Dionysius of Halicarnassus, De Compositione Verborum, chapter 183)

    (디오니시오스, De Compositione Verborum, chapter 183)

  • εἶπεν ἐγὼ δ’ ἀνάπαλιν πρὸσ τοὺσ ἐγκαλοῦντασ, εἰ κεράμῳ παρέστηκα διαμετρουμένῳ καὶ φυράμασι καὶ λίθοισ παρακομιζομένοισ, οὐκ ἐμαυτῷ γέ φημι ταῦτ’ οἰκονομεῖν ἀλλὰ τῇ πατρίδι. (Plutarch, Praecepta gerendae reipublicae, chapter, section 15 5:1)

    (플루타르코스, Praecepta gerendae reipublicae, chapter, section 15 5:1)

  • ἅτισ ἄνευ τεκέων κατατάκομαι, ἇσ φίλοσ οὔτισ ἀνὴρ ὑπερίσταται, ἀλλ’ ἁπερεί τισ ἔποικοσ ἀναξία οἰκονομῶ θαλάμουσ πατρόσ, ὧδε μὲν ἀεικεῖ σὺν στολᾷ, κεναῖσ δ’ ἀμφίσταμαι τραπέζαισ. (Sophocles, choral, antistrophe 27)

    (소포클레스, choral, antistrophe 27)

유의어

  1. 명령하다

  2. 다루다

파생어

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION