κροῦσις
3군 변화 명사; 여성
자동번역
로마알파벳 전사:
고전 발음: []
신약 발음: []
기본형:
κροῦσις
κροῦσεως
형태분석:
κρουσι
(어간)
+
ς
(어미)
뜻
- 기만, 사기, 눈속임, 속임수
- a striking, smiting
- a tapping, deception, cheatery
- a playing on a stringed instrument
곡용 정보
3군 변화
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- αὐτίκα οἱ κιθαρίζειν τε καὶ ψάλλειν καὶ αὐλεῖν ἄκρωσ εἰδότεσ ὅταν κρούσεωσ ἀκούσωσιν ἀσυνήθουσ, οὐ πολλὰ πραγματευθέντεσ ἀπαριθμοῦσιν αὐτὴν εὐθὺσ ἐπὶ τῶν ὀργάνων ἅμα νοήσει· (Dionysius of Halicarnassus, De Compositione Verborum, chapter 2574)
(디오니시오스, De Compositione Verborum, chapter 2574)
- παντοδαπῶν γάρ, ὡσ εἰκόσ, παθῶν ἐν ὄχλῳ τοσαύτην τὸ μέγεθοσ ἀρχὴν ἔχοντι φυομένων, μόνοσ ἐμμελῶσ ἕκαστα διαχειρίσασθαι πεφυκώσ, μάλιστα δ’ ἐλπίσι καὶ φόβοισ ὥσπερ οἰάξι προσστέλλων τὸ θρασυνόμενον αὐτῶν καὶ τὸ δύσθυμον ἀνιεὶσ καὶ παραμυθούμενοσ, ἔδειξε τὴν ῥητορικὴν κατὰ Πλάτωνα ψυχαγωγίαν οὖσαν καὶ μέγιστον ἔργον αὐτῆσ τὴν περὶ τὰ ἤθη καὶ πάθη μέθοδον, ὥσπερ τινὰσ τόνουσ καὶ φθόγγουσ ψυχῆσ μάλ’ ἐμμελοῦσ ἁφῆσ καὶ κρούσεωσ δεομένουσ. (Plutarch, , chapter 15 4:1)
(플루타르코스, , chapter 15 4:1)
유의어
-
a playing on a stringed instrument