헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἰσχυρίζομαι

비축약 동사; 이상동사 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἰσχυρίζομαι

형태분석: ἰσχυρίζ (어간) + ομαι (인칭어미)

어원: i)sxuro/s

  1. 세다, 우세하다, 힘있다
  1. to make oneself strong, to be strong, gain force
  2. to contend stoutly, to persist obstinately in, to maintain stiffly, obstinately
  3. to put firm trust in

활용 정보

현재 시제

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἰσχυρίζομαι

(나는) 세다

ἰσχυρίζει, ἰσχυρίζῃ

(너는) 세다

ἰσχυρίζεται

(그는) 세다

쌍수 ἰσχυρίζεσθον

(너희 둘은) 세다

ἰσχυρίζεσθον

(그 둘은) 세다

복수 ἰσχυριζόμεθα

(우리는) 세다

ἰσχυρίζεσθε

(너희는) 세다

ἰσχυρίζονται

(그들은) 세다

접속법단수 ἰσχυρίζωμαι

(나는) 세자

ἰσχυρίζῃ

(너는) 세자

ἰσχυρίζηται

(그는) 세자

쌍수 ἰσχυρίζησθον

(너희 둘은) 세자

ἰσχυρίζησθον

(그 둘은) 세자

복수 ἰσχυριζώμεθα

(우리는) 세자

ἰσχυρίζησθε

(너희는) 세자

ἰσχυρίζωνται

(그들은) 세자

기원법단수 ἰσχυριζοίμην

(나는) 세기를 (바라다)

ἰσχυρίζοιο

(너는) 세기를 (바라다)

ἰσχυρίζοιτο

(그는) 세기를 (바라다)

쌍수 ἰσχυρίζοισθον

(너희 둘은) 세기를 (바라다)

ἰσχυριζοίσθην

(그 둘은) 세기를 (바라다)

복수 ἰσχυριζοίμεθα

(우리는) 세기를 (바라다)

ἰσχυρίζοισθε

(너희는) 세기를 (바라다)

ἰσχυρίζοιντο

(그들은) 세기를 (바라다)

명령법단수 ἰσχυρίζου

(너는) 세어라

ἰσχυριζέσθω

(그는) 세어라

쌍수 ἰσχυρίζεσθον

(너희 둘은) 세어라

ἰσχυριζέσθων

(그 둘은) 세어라

복수 ἰσχυρίζεσθε

(너희는) 세어라

ἰσχυριζέσθων, ἰσχυριζέσθωσαν

(그들은) 세어라

부정사 ἰσχυρίζεσθαι

세는 것

분사 남성여성중성
ἰσχυριζομενος

ἰσχυριζομενου

ἰσχυριζομενη

ἰσχυριζομενης

ἰσχυριζομενον

ἰσχυριζομενου

미완료(Imperfect) 시제

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ῑ̓σχυριζόμην

(나는) 세고 있었다

ῑ̓σχυρίζου

(너는) 세고 있었다

ῑ̓σχυρίζετο

(그는) 세고 있었다

쌍수 ῑ̓σχυρίζεσθον

(너희 둘은) 세고 있었다

ῑ̓σχυριζέσθην

(그 둘은) 세고 있었다

복수 ῑ̓σχυριζόμεθα

(우리는) 세고 있었다

ῑ̓σχυρίζεσθε

(너희는) 세고 있었다

ῑ̓σχυρίζοντο

(그들은) 세고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • σὺ δὲ τῷ ὄντι, ὦ Καλλίκλεισ, ταῦτα ἰσχυρίζῃ; (Plato, Euthydemus, Protagoras, Gorgias, Meno, 293:6)

    (플라톤, Euthydemus, Protagoras, Gorgias, Meno, 293:6)

  • καὶ ταῦτα ἑκάστοτε ὁρᾷσ δεικνύμενα καὶ λεγόμενα ὑπὸ τῶν κωμῳδοδιδασκάλων καὶ ἐν ταῖσ τραγῳδίαισ, καὶ ὅμωσ οὐδὲν ἧττον ἰσχυρίζῃ καὶ περὶ σαυτοῦ καὶ περὶ ἐμοῦ, ὡσ εὖ εἰδὼσ ὅπωσ γεγόναμεν καὶ ἐκ τίνων. (Dio, Chrysostom, Orationes, 10:3)

    (디오, 크리소토모스, 연설 (2), 10:3)

  • σὺ δ’ αὐτὸν ἐλέγχειν ἐπιχειρῶν οὐ νόμῳ τοῦτο ποιεῖσ, ἀλλὰ κενοῖσ τισι λόγοισ καὶ μύθοισ παράγων, νόμων μὲν καὶ ἀληθείασ καθάπαξ ἀποστατοῦσι, ψεύδουσ δὲ καὶ παρανομίασ μεστοῖσ, κἂν χρησμῶν οὐδὲν ἧττον τούτοισ αὐτὸσ ἰσχυρίζῃ. (Aristides, Aelius, Orationes, 28:11)

    (아리스티데스, 아일리오스, 연설, 28:11)

  • εἶτα σὺ ταῖσ συνθήκαισ ἰσ[χυρί]ζῃ ἃσ ἐνεδρεύσαντέσ με σὺ καὶ ἡ ἑ[ταίρα] σο[υ ἐσ]ημήνασθε, καὶ ὑ[πὲρ ὧν οἱ νόμοι] β[ου]λεύσεωσ ὑμᾶσ κε[λεύουσιν αἰτίου]σ εἶναι, ἐπὶ τούτοισ προσ[λαμβάνειν τι ἀξιοῦ]τε. (Hyperides, Speeches, 18:2)

    (히페레이데스, Speeches, 18:2)

유의어

  1. to put firm trust in

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION