헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

φίλος

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: φίλος φίλη φίλον

형태분석: φιλ (어간) + ος (어미)

  1. 친애하는, 사랑하는, 사랑스러운
  2. 친한, 친근한, 친절한
  1. That which is loved or important: beloved, dear
  2. (less commonly): loving, friendly

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 φίλος

친애하는 (이)가

φίλη

친애하는 (이)가

φίλον

친애하는 (것)가

속격 φίλου

친애하는 (이)의

φίλης

친애하는 (이)의

φίλου

친애하는 (것)의

여격 φίλῳ

친애하는 (이)에게

φίλῃ

친애하는 (이)에게

φίλῳ

친애하는 (것)에게

대격 φίλον

친애하는 (이)를

φίλην

친애하는 (이)를

φίλον

친애하는 (것)를

호격 φίλε

친애하는 (이)야

φίλη

친애하는 (이)야

φίλον

친애하는 (것)야

쌍수주/대/호 φίλω

친애하는 (이)들이

φίλᾱ

친애하는 (이)들이

φίλω

친애하는 (것)들이

속/여 φίλοιν

친애하는 (이)들의

φίλαιν

친애하는 (이)들의

φίλοιν

친애하는 (것)들의

복수주격 φίλοι

친애하는 (이)들이

φίλαι

친애하는 (이)들이

φίλα

친애하는 (것)들이

속격 φίλων

친애하는 (이)들의

φιλῶν

친애하는 (이)들의

φίλων

친애하는 (것)들의

여격 φίλοις

친애하는 (이)들에게

φίλαις

친애하는 (이)들에게

φίλοις

친애하는 (것)들에게

대격 φίλους

친애하는 (이)들을

φίλᾱς

친애하는 (이)들을

φίλα

친애하는 (것)들을

호격 φίλοι

친애하는 (이)들아

φίλαι

친애하는 (이)들아

φίλα

친애하는 (것)들아

원급 비교급 최상급
형용사 φίλος

φίλου

친애하는 (이)의

φιλώτερος

φιλωτέρου

더 친애하는 (이)의

φιλώτατος

φιλωτάτου

가장 친애하는 (이)의

부사 φίλως

φιλώτερον

φιλώτατα

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • νῦν δ’ ὑπὲρ μητρὸσ φίλησ Ἑκάβησ ἀίσσω, σῶμ’ ἐρημώσασ ἐμόν, τριταῖον ἤδη φέγγοσ αἰωρούμενοσ, ὅσονπερ ἐν γῇ τῇδε Χερσονησίᾳ μήτηρ ἐμὴ δύστηνοσ ἐκ Τροίασ πάρα. (Euripides, Hecuba, episode 1:8)

    (에우리피데스, Hecuba, episode 1:8)

  • ὦ πότνια Χθών, μελανοπτερύγων μῆτερ ὀνείρων, ἀποπέμπομαι ἔννυχον ὄψιν, ἣν περὶ παιδὸσ ἐμοῦ τοῦ σῳζομένου κατὰ Θρῄκην ἀμφὶ Πολυξείνησ τε φίλησ θυγατρὸσ δι’ ὀνείρων εἶδον γὰρ φοβερὰν ὄψιν ἔμαθον ἐδάην. (Euripides, Hecuba, choral, anapests 1:2)

    (에우리피데스, Hecuba, choral, anapests 1:2)

  • ἀλλὰ πρόσ σε δεξιᾶσ σὲ καὶ σὲ ἱκνοῦμαι, σὲ δὲ φίλησ παρηίδοσ, γονάτων τε καὶ τῶν ἐν δόμοισι φιλτάτων μητρὸσ πατρόσ τε καὶ τέκνων ὅτῳ κυρεῖ. (Euripides, Iphigenia in Tauris, episode, iambic 6:8)

    (에우리피데스, Iphigenia in Tauris, episode, iambic 6:8)

  • ἐδειματούμην δ’ οὐ φίλησ ὀσμῆσ ὕπο. (Athenaeus, The Deipnosophists, book 1, chapter 30 1:3)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, book 1, chapter 30 1:3)

  • "οὕτωσ οὐδ’ ἡμᾶσ τοὺσ πάντα συλλήβδην πράγματα καὶ φύσεισ καὶ ἀρχὰσ θείων ὁμοῦ καὶ ἀνθρωπείων ἐν ἀριθμῷ τιθεμένουσ, καὶ πολὺ μάλιστα τῶν καλῶν καὶ τιμίων τοῦτον ἡγεμόνα ποιουμένουσ καὶ κύριον, εἰκὸσ ἡσυχίαν ἄγειν, ἀλλ’ ἀπάρξασθαι τῷ θεῷ τῆσ φίλησ μαθηματικῆσ, αὐτὸ μὲν ἐφ’ ἑαυτοῦ μήτε δυνάμει μήτε μορφῇ μήτε τῷ ῥήματι τὸ Ε τῶν ἄλλων στοιχείων διαφέρειν ἡγουμένουσ, ὡσ δὲ μεγάλου πρὸσ τὰ ὅλα καὶ κυρίου σημεῖον ἀριθμοῦ τετιμῆσθαι τῆσ πεμπάδοσ, ἀφ’ οὗ τὸ ἀριθμεῖν οἱ σοφοὶ πεμπάζειν ὠνόμαζον. (Plutarch, De E apud Delphos, section 72)

    (플루타르코스, De E apud Delphos, section 72)

  • ὁτὲ δὲ και ἀπογευσάμενοσ μόνον ἔδωκασ ἐκείνῳ, καὶ πιόντοσ ἀπολαβων τὴν κύλικα ὅσον ὑπόλοιπον ἐν αὐτῇ πίνεισ, ὅθεν καὶ ὁ παῖσ ἔπιε καὶ ἔνθα προσήρμοσε τὰ χείλη, ἵνα καὶ πίνῃσ ἅμα καὶ φιλῇσ· (Lucian, Dialogi deorum, 4:2)

    (루키아노스, Dialogi deorum, 4:2)

  • καὶ μὴν ποιήσασ αὐτίκα μάλ’ ἐκκλησίαν ὦ Δῆμ’ ἵν’ εἰδῇσ ὁπότεροσ νῷν ἐστί σοι εὐνούστεροσ, διάκρινον, ἵνα τοῦτον φιλῇσ. (Aristotle, Lyric-Scene, iambics 1:19)

    (아리스토텔레스, Lyric-Scene, iambics 1:19)

유의어

  1. 친애하는

  2. 친한

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION