헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐπιτομή

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἐπιτομή ἐπιτομῆς

형태분석: ἐπιτομ (어간) + η (어미)

어원: e)pite/mnw

  1. 벤 자리, 새김, 절개
  2. 요약, 축약, 개요
  1. a cutting on the surface, incision
  2. epitome, abridgement

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ἐπιτομή

벤 자리가

ἐπιτομᾱ́

벤 자리들이

ἐπιτομαί

벤 자리들이

속격 ἐπιτομῆς

벤 자리의

ἐπιτομαῖν

벤 자리들의

ἐπιτομῶν

벤 자리들의

여격 ἐπιτομῇ

벤 자리에게

ἐπιτομαῖν

벤 자리들에게

ἐπιτομαῖς

벤 자리들에게

대격 ἐπιτομήν

벤 자리를

ἐπιτομᾱ́

벤 자리들을

ἐπιτομᾱ́ς

벤 자리들을

호격 ἐπιτομή

벤 자리야

ἐπιτομᾱ́

벤 자리들아

ἐπιτομαί

벤 자리들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οἰκουμένησ δῆμον τὴν Ῥώμην φησί, λέγει δὲ καὶ ὅτι οὐκ ἄν τισ σκοποῦ πόρρω τοξεύων λέγοι τὴν Ῥώμην πόλιν ἐπιτομὴν τῆσ οἰκουμένησ· (Athenaeus, The Deipnosophists, book 1, chapter 363)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, book 1, chapter 363)

  • ἦν μὲν ἀκμὴ θέρουσ καί καῦμα πολύ πρὸσ ἑλώδεσι χωρίοισ ἐστρατοπεδευκότων, τῷ δὲ Βρούτῳ οὐ ταχέωσ ἧκον οἱ τὴν σκηνὴν κομίζοντεσ, ἐκπονηθεὶσ δὲ περὶ ταῦτα, μεσημβρίασ μόλισ ἀλειψάμενοσ καί φαγὼν ὀλίγα, τῶν ἄλλων ἢ καθευδόντων ἢ πρὸσ ἐπινοίᾳ καί φροντίδι τοῦ μέλλοντοσ ὄντων, αὐτὸσ ἄχρι τῆσ ἑσπέρασ ἔγραφε συντάττων ἐπιτομὴν Πολυβίου. (Plutarch, Brutus, chapter 4 4:1)

    (플루타르코스, Brutus, chapter 4 4:1)

  • ἀλλὰ καὶ Ἐπιτομὴν συντάξαι τῆσ Ἀντιμάχου Λύδησ. (Unknown, Elegy and Iambus, Volume I, , ovid trist. i. 6. 139)

    (작자 미상, 비가, , ovid trist. i. 6. 139)

  • τί γὰρ δεῖ νῦν ταῦτα λέγειν, ἢ τὰ περὶ τὴν τοῦ τραύματοσ γραφὴν αὐτῷ συμβεβηκότα, ὅτ’ ἐγράψατο εἰσ Ἄρειον πάγον Δημομέλην τὸν Παιανιέα, ἀνεψιὸν ὄντα ἑαυτῷ, καὶ τὴν τῆσ κεφαλῆσ ἐπιτομήν· (Aeschines, Speeches, , section 51 1:3)

    (아이스키네스, 연설, , section 51 1:3)

  • τέταρτοσ ἱστορικόσ, τὴν Πύρρου γεγραφὼσ στρατείαν εἰσ Ἰταλίαν καὶ Σικελίαν, ἀλλὰ καὶ ἐπιτομὴν τῶν πεπραγμένων Ῥωμαίοισ τε καὶ Καρχηδονίοισ· (Diogenes Laertius, Lives of Eminent Philosophers, ISTORIWN Z, Kef. a'. ZHNWN 35:5)

    (디오게네스 라에르티오스, Lives of Eminent Philosophers, ISTORIWN Z, Kef. a'. ZHNWN 35:5)

유의어

  1. 벤 자리

  2. 요약

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION