헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐπίστασις

3군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἐπίστασις ἐπίστασεως

형태분석: ἐπιστασι (어간) + ς (어미)

어원: e)pisth=nai

  1. 중지, 끝, 휴지, 정지
  2. 걱정, 주의, 불안, 조심
  3. 대통령직
  1. a stopping, halting, a halt, haltings
  2. attention, care, anxiety
  3. superintendence

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ἐπίστασις

중지가

ἐπιστάσει

중지들이

ἐπιστάσεις

중지들이

속격 ἐπιστάσεως

중지의

ἐπιστάσοιν

중지들의

ἐπιστάσεων

중지들의

여격 ἐπιστάσει

중지에게

ἐπιστάσοιν

중지들에게

ἐπιστάσεσιν*

중지들에게

대격 ἐπίστασιν

중지를

ἐπιστάσει

중지들을

ἐπιστάσεις

중지들을

호격 ἐπίστασι

중지야

ἐπιστάσει

중지들아

ἐπιστάσεις

중지들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἔχει δὲ ἐπίστασιν ἡ τῶν ποιημάτων τούτων ἐκδοχή. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 2, book 2, chapter 72 2:3)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 2, book 2, chapter 72 2:3)

  • εἰσ ἐπίστασιν δέ με ἄγει, καλὲ Οὐλπιανέ, περὶ τῆσ τῶν ἀργυρωμάτων χρήσεωσ τὸ ὑπὸ Ἀλέξιδοσ ἐν Φυγάδι εἰρημένον ὅπου γάρ ἐστιν ὁ κέραμοσ μισθώσιμοσ ὁ τοῖσ μαγείροισ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 6, book 6, chapter 1423)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 6, book 6, chapter 1423)

  • ἔχει ἐπίστασιν, πότερον γὰρ τὸ αὐτῷ ἀγαθὸν ἢ τὸ ἁπλῶσ ἀγαθὸν φίλον, καὶ πότερον τὸ κατ’ ἐνέργειαν φιλεῖν μεθ’ ἡδονῆσ, ὥστε καὶ τὸ φιλητὸν ἡδύ, ἢ οὔ. (Aristotle, Eudemian Ethics, Book 7 53:4)

    (아리스토텔레스, 에우데모스 윤리학, Book 7 53:4)

  • ἐπὶ μὲν οὖν τῶν ἄλλων κατηγοριῶν ἔχει τινὰ καὶ ἄλλην ἐπίστασιν πῶσ πολλά διὰ γὰρ τὸ μὴ χωριστὰ εἶναι τῷ τὸ ὑποκείμενον πολλὰ γίγνεσθαι καὶ εἶναι ποιά τε πολλὰ εἶναι καὶ ποσά· (Aristotle, Metaphysics, Book 14 54:2)

    (아리스토텔레스, 형이상학, Book 14 54:2)

  • τὸ γὰρ πρωτεύοντασ ἄνδρασ ταῖσ δόξαισ καὶ ταῖσ εὐγενείαισ, πολλὰ πεπραχότασ ἐν τῷ ζῆν φιλάνθρωπα, μήτε λόγου μήτε κρίσεωσ δικαίασ τυγχάνειν πολλοὺσ ἦγεν εἰσ ἐπίστασιν διανοίασ καὶ φόβον, ἀστάτου καὶ κοινῆσ ἅπασι τῆσ τύχησ οὔσησ. (Diodorus Siculus, Bibliotheca Historica, Books XVIII-XX, book 18, chapter 67 4:1)

    (디오도로스 시켈로스, Bibliotheca Historica, Books XVIII-XX, book 18, chapter 67 4:1)

유의어

  1. 중지

  2. 걱정

  3. 대통령직

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION