Ancient Greek-English Dictionary Language

ἔγκλισις

Third declension Noun; Feminine 자동번역 Transliteration:

Principal Part: ἔγκλισις ἐγκλίσεως

Structure: ἐγκλισι (Stem) + ς (Ending)

Sense

  1. inclination; slope
  2. defeat, failure
  3. (medicine) displacement
  4. (grammar) mood of a verb
  5. (grammar) change of acute accent to grave accent
  6. (grammar, generally) inflection of derivative forms

Declension

Third declension

The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.

Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.

Examples

  • καὶ τούτοισ ἐπ̓ ἀσπίδα ἡ ἔγκλισισ γίγνεται, καὶ ταύτῃ ἀφρακτότεροι παριππεύουσιν. (Arrian, chapter 37 2:2)
  • "ταῦτα γὰρ ἐγκλίσεισ τινέσ εἰσι καὶ μεταβάσεισ καὶ παραλλάξεισ τοῦ μένειν ἐν τῷ εἶναι μὴ πεφυκότοσ. (Plutarch, De E apud Delphos, section 1910)
  • ἐπὶ δὲ τῶν ῥημάτων, πότερα κρείττω λαμβανόμενα ἔσται, τὰ ὀρθὰ ἢ τὰ ὕπτια, καὶ κατὰ ποίασ ἐγκλίσεισ ἐκφερόμενα, ἃσ δή τινεσ πτώσεισ ῥηματικὰσ καλοῦσι, κρατίστην ἕδραν λήψεται, καὶ ποίασ παρεμφαίνοντα διαφορὰσ χρόνων καὶ εἴ τινα τοῖσ ῥήμασιν ἄλλα παρακολουθεῖν πέφυκε τὰ δ’ αὐτὰ ταῦτα καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων τοῦ λόγου μερῶν φυλακτέον, ἵνα μὴ καθ’ ἓν ἕκαστον λέγω· (Dionysius of Halicarnassus, De Compositione Verborum, chapter 611)
  • ὁ Δημοσθένησ οὖν οὕτωσ ἄθλιοσ ἦν, ὥσθ’ ὅτε γράφοι τοὺσ λόγουσ, μέτρα καὶ ῥυθμοὺσ ὥσπερ οἱ πλάσται παρατιθέμενοσ, ἐναρμόττειν ἐπειρᾶτο τούτοισ τοῖσ τύποισ τὰ κῶλα στρέφων ἄνω καὶ κάτω τὰ ὀνόματα καὶ παραφυλάττων τὰ μήκη καὶ τοὺσ χρόνουσ καὶ τὰσ πτώσεισ τῶν ὀνομάτων καὶ τὰσ ἐγκλίσεισ τῶν ῥημάτων καὶ πάντα τὰ συμβεβηκότα τοῖσ μορίοισ τοῦ λόγου πολυπραγμονῶν; (Dionysius of Halicarnassus, De Compositione Verborum, chapter 2563)
  • κρατήσαντεσ δὲ τούτων τὰ τοῦ λόγου μόρια, ὀνόματα λέγω καὶ ῥήματα καὶ συνδέσμουσ, καὶ τὰ συμβεβηκότα τούτοισ, συστολάσ, ἐκτάσεισ, ὀξύτητασ, βαρύτητασ, γένη, πτώσεισ, ἀριθμούσ, ἐγκλίσεισ, τὰ ἄλλα παραπλήσια τούτοισ μυρία ὄντα. (Dionysius of Halicarnassus, De Demosthene, chapter 52 1:4)

Synonyms

  1. inclination

  2. defeat

  3. displacement

  4. mood of a verb

  5. change of acute accent to grave accent

Source: Ancient Greek entries from Wiktionary

Find this word at Wiktionary

SEARCH

MENU NAVIGATION