Ancient Greek-English Dictionary Language

ἀποπειράομαι

α-contract Verb; 이상동사 Transliteration:

Principal Part: ἀποπειράομαι

Structure: ἀπο (Prefix) + πειρά (Stem) + ομαι (Ending)

Sense

  1. to make trial, essay, proof of, to make an attempt on

Conjugation

Present tense

Imperfect tense

The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.

Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.

Examples

  • ἀνὴρ παράνομοσ ἀποπειρᾶται φίλων καὶ ἀπάγει αὐτοὺσ ὁδοὺσ οὐκ ἀγαθάσ. (Septuagint, Liber Proverbiorum 16:25)
  • ἀλλ’ ἐγχείρει τὸν πρεσβύτην ὅ τι περ μέλλεισ προδιδάσκειν, καὶ διακίνει τὸν νοῦν αὐτοῦ καὶ τῆσ γνώμησ ἀποπειρῶ. (Aristophanes, Clouds, Choral, anapests1)
  • μετὰ ταῦτα Μαρδόνιοσ, ᾧ πλεῖστον ἐδόκει διαφέρειν, τῶν Ἑλλήνων ἀπεπειρᾶτο, τὴν ἵππον ἀθρόαν αὐτοῖσ ἐφεὶσ καθεζομένοισ ὑπὸ τὸν πρόποδα τοῦ Κιθαιρῶνοσ ἐν χωρίοισ ὀχυροῖσ καὶ πετρώδεσι πλὴν Μεγαρέων. (Plutarch, , chapter 14 1:1)
  • εὐθὺσ μὲν εἰσ νοῦν ἔθετο τὰ παρόντα μεθιστάναι καὶ κινεῖν, ὄντοσ δὲ αὐτῷ φίλου Ξενάρουσ, ἐραστοῦ γεγονότοσ τοῦτο δὲ ἐμπνεῖσθαι Λακεδαιμόνιοι καλοῦσιν, ἀπεπειρᾶτο τούτου διαπυνθανόμενοσ τὸν Ἆγιν, ὁποῖοσ γένοιτο βασιλεὺσ καὶ τίνι τρόπῳ καὶ μετὰ τίνων ἐπὶ ταύτην ἔλθοι τὴν ὁδόν. (Plutarch, Cleomenes, chapter 3 2:1)
  • ἤδη δὲ κειμένων ἁπάντων ἐπιπορευόμενοσ ὁ Παντεὺσ καὶ τῷ ξιφιδίῳ παραπτόμενοσ καθ’ ἕκαστον ἀπεπειρᾶτο μή τισ διαλανθάνοι ζῶν. (Plutarch, Cleomenes, chapter 37 7:2)

Synonyms

  1. to make trial

Derived

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION