- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

αἰνιγματώδης?

3군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: ainigmatōdēs 고전 발음: [마또:데:] 신약 발음: [애니마또데]

기본형: αἰνιγματώδης αἰνιγματώδες

형태분석: αἰνιγματωδη (어간) + ς (어미)

어원: εἶδος

  1. 어두운, 진한, 짙은
  1. riddling, dark

곡용 정보

3군 변화
남/여성 중성
단수주격 αἰνιγματώδης

어두운 (이)가

αἰνιγμάτωδες

어두운 (것)가

속격 αἰνιγματώδους

어두운 (이)의

αἰνιγματώδους

어두운 (것)의

여격 αἰνιγματώδει

어두운 (이)에게

αἰνιγματώδει

어두운 (것)에게

대격 αἰνιγματώδη

어두운 (이)를

αἰνιγμάτωδες

어두운 (것)를

호격 αἰνιγματῶδες

어두운 (이)야

αἰνιγμάτωδες

어두운 (것)야

쌍수주/대/호 αἰνιγματώδει

어두운 (이)들이

αἰνιγματώδει

어두운 (것)들이

속/여 αἰνιγματώδοιν

어두운 (이)들의

αἰνιγματώδοιν

어두운 (것)들의

복수주격 αἰνιγματώδεις

어두운 (이)들이

αἰνιγματώδη

어두운 (것)들이

속격 αἰνιγματώδων

어두운 (이)들의

αἰνιγματώδων

어두운 (것)들의

여격 αἰνιγματώδεσι(ν)

어두운 (이)들에게

αἰνιγματώδεσι(ν)

어두운 (것)들에게

대격 αἰνιγματώδεις

어두운 (이)들을

αἰνιγματώδη

어두운 (것)들을

호격 αἰνιγματώδεις

어두운 (이)들아

αἰνιγματώδη

어두운 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τὰς δὲ αἰνιγματώδεις καὶ δυσκαταμαθήτους καὶ γραμματικῶν ἐξηγήσεων δεομένας καὶ πολὺ τὸ βεβασανισμένον καὶ τὸ σολοικοφανὲς ἐν τοῖς σχηματισμοῖς ἐχούσας μήτε θαυμάζειν μήτε μιμεῖσθαι. (Dionysius of Halicarnassus, , chapter 55 1:1)

    (디오니시오스, , chapter 55 1:1)

  • καὶ σοφίσματα δὲ καὶ λόγους αἰνιγματώδεις διεπέμψατο πρὸς Σολόμωνα ὁ τῶν Τυρίων βασιλεὺς παρακαλῶν, ὅπως αὐτῷ σαφηνίσῃ τούτους καὶ τῆς ἀπορίας τῶν ἐν αὐτοῖς ζητουμένων ἀπαλλάξῃ. (Flavius Josephus, Antiquitates Judaicae, Book 8 180:1)

    (플라비우스 요세푸스, Antiquitates Judaicae, Book 8 180:1)

  • ὁ μὲν γὰρ Τληπόλεμος, ἐξιδιάζεσθαι σπεύδων τοὺς ἡγεμόνας καὶ ταξιάρχους καὶ τοὺς ἐπὶ τούτων ταττομένους, συνῆγε πότους ἐπιμελῶς, καὶ παρὰ τὰς συνουσίας τὰ μὲν ὑπὸ τῶν πρὸς χάριν λεγόντων αἰκαλλόμενος, τὰ δ ὑπὸ τῆς ἰδίας ὁρμῆς, ἅτε νέος ὢν καὶ παρὰ τὸν οἶνον γινομένης τῆς ὁμιλίας, ἐρρίπτει λόγους κατὰ τῆς συγγενείας τῆς τῶν περὶ τὸν Ἀγαθοκλέα, τὰς μὲν ἀρχὰς αἰνιγματώδεις, εἶτ ἀμφιβόλους, τὸ δὲ τελευταῖον ἐκφανεῖς καὶ τὴν πικροτάτην ἔχοντας λοιδορίαν. (Polybius, Histories, book 15, chapter 25 31:1)

    (폴리비오스, Histories, book 15, chapter 25 31:1)

유의어

  1. 어두운

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION