- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀδέξιος?

형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: adexios 고전 발음: [아덱시오] 신약 발음: [아댁시오]

기본형: ἀδέξιος

어원: δεξιά

  1. 어색한, 서투른, 어려운
  1. left-handed, awkward

예문

  • εὐθὺς οὖν πρόσεισιν παραγγέλλων τις ἥκειν ἐπὶ τὸ δεῖπνον, οὐκ ἀνομίλητος οἰκέτης, ὃν χρὴ πρῶτον ἵλεων ποιήσασθαι, παραβύσαντα εἰς τὴν χεῖρα, ὡς μὴ ἀδέξιος εἶναι δοκῇς, τοὐλάχιστον πέντε δραχμάς: (Lucian, De mercede, (no name) 14:1)

    (루키아노스, De mercede, (no name) 14:1)

  • ἂν δέ ς ὑποτρέχῃ ὅτι "ἀδέξιος αὐτῷ φανοῦμαι καὶ οὐχ ὁμοίως ἕξει ὡς πρότερον", μέμνησο, ὅτι προῖκα οὐδὲν γίνεται οὐδ ἔστι δυνατὸν μὴ τὰ αὐτὰ ποιοῦντα [μὴ] τὸν αὐτὸν εἶναι τῷ ποτέ. (Epictetus, Works, book 4, 2:1)

    (에픽테토스, Works, book 4, 2:1)

유의어

  1. 어색한

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION