헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

παραποιέω

ε 축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: παραποιέω παραποιήσω

형태분석: παρα (접두사) + ποιέ (어간) + ω (인칭어미)

  1. 만들어지다
  1. to make falsely, having got a false, made
  2. to alter slightly

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 παραποίω

(나는) 만들어진다

παραποίεις

(너는) 만들어진다

παραποίει

(그는) 만들어진다

쌍수 παραποίειτον

(너희 둘은) 만들어진다

παραποίειτον

(그 둘은) 만들어진다

복수 παραποίουμεν

(우리는) 만들어진다

παραποίειτε

(너희는) 만들어진다

παραποίουσιν*

(그들은) 만들어진다

접속법단수 παραποίω

(나는) 만들어지자

παραποίῃς

(너는) 만들어지자

παραποίῃ

(그는) 만들어지자

쌍수 παραποίητον

(너희 둘은) 만들어지자

παραποίητον

(그 둘은) 만들어지자

복수 παραποίωμεν

(우리는) 만들어지자

παραποίητε

(너희는) 만들어지자

παραποίωσιν*

(그들은) 만들어지자

기원법단수 παραποίοιμι

(나는) 만들어지기를 (바라다)

παραποίοις

(너는) 만들어지기를 (바라다)

παραποίοι

(그는) 만들어지기를 (바라다)

쌍수 παραποίοιτον

(너희 둘은) 만들어지기를 (바라다)

παραποιοίτην

(그 둘은) 만들어지기를 (바라다)

복수 παραποίοιμεν

(우리는) 만들어지기를 (바라다)

παραποίοιτε

(너희는) 만들어지기를 (바라다)

παραποίοιεν

(그들은) 만들어지기를 (바라다)

명령법단수 παραποῖει

(너는) 만들어져라

παραποιεῖτω

(그는) 만들어져라

쌍수 παραποίειτον

(너희 둘은) 만들어져라

παραποιεῖτων

(그 둘은) 만들어져라

복수 παραποίειτε

(너희는) 만들어져라

παραποιοῦντων, παραποιεῖτωσαν

(그들은) 만들어져라

부정사 παραποίειν

만들어지는 것

분사 남성여성중성
παραποιων

παραποιουντος

παραποιουσα

παραποιουσης

παραποιουν

παραποιουντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 παραποίουμαι

(나는) 만들어져진다

παραποίει, παραποίῃ

(너는) 만들어져진다

παραποίειται

(그는) 만들어져진다

쌍수 παραποίεισθον

(너희 둘은) 만들어져진다

παραποίεισθον

(그 둘은) 만들어져진다

복수 παραποιοῦμεθα

(우리는) 만들어져진다

παραποίεισθε

(너희는) 만들어져진다

παραποίουνται

(그들은) 만들어져진다

접속법단수 παραποίωμαι

(나는) 만들어져지자

παραποίῃ

(너는) 만들어져지자

παραποίηται

(그는) 만들어져지자

쌍수 παραποίησθον

(너희 둘은) 만들어져지자

παραποίησθον

(그 둘은) 만들어져지자

복수 παραποιώμεθα

(우리는) 만들어져지자

παραποίησθε

(너희는) 만들어져지자

παραποίωνται

(그들은) 만들어져지자

기원법단수 παραποιοίμην

(나는) 만들어져지기를 (바라다)

παραποίοιο

(너는) 만들어져지기를 (바라다)

παραποίοιτο

(그는) 만들어져지기를 (바라다)

쌍수 παραποίοισθον

(너희 둘은) 만들어져지기를 (바라다)

παραποιοίσθην

(그 둘은) 만들어져지기를 (바라다)

복수 παραποιοίμεθα

(우리는) 만들어져지기를 (바라다)

παραποίοισθε

(너희는) 만들어져지기를 (바라다)

παραποίοιντο

(그들은) 만들어져지기를 (바라다)

명령법단수 παραποίου

(너는) 만들어져져라

παραποιεῖσθω

(그는) 만들어져져라

쌍수 παραποίεισθον

(너희 둘은) 만들어져져라

παραποιεῖσθων

(그 둘은) 만들어져져라

복수 παραποίεισθε

(너희는) 만들어져져라

παραποιεῖσθων, παραποιεῖσθωσαν

(그들은) 만들어져져라

부정사 παραποίεισθαι

만들어져지는 것

분사 남성여성중성
παραποιουμενος

παραποιουμενου

παραποιουμενη

παραποιουμενης

παραποιουμενον

παραποιουμενου

미래 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 παραποιήσω

(나는) 만들어지겠다

παραποιήσεις

(너는) 만들어지겠다

παραποιήσει

(그는) 만들어지겠다

쌍수 παραποιήσετον

(너희 둘은) 만들어지겠다

παραποιήσετον

(그 둘은) 만들어지겠다

복수 παραποιήσομεν

(우리는) 만들어지겠다

παραποιήσετε

(너희는) 만들어지겠다

παραποιήσουσιν*

(그들은) 만들어지겠다

기원법단수 παραποιήσοιμι

(나는) 만들어지겠기를 (바라다)

παραποιήσοις

(너는) 만들어지겠기를 (바라다)

παραποιήσοι

(그는) 만들어지겠기를 (바라다)

쌍수 παραποιήσοιτον

(너희 둘은) 만들어지겠기를 (바라다)

παραποιησοίτην

(그 둘은) 만들어지겠기를 (바라다)

복수 παραποιήσοιμεν

(우리는) 만들어지겠기를 (바라다)

παραποιήσοιτε

(너희는) 만들어지겠기를 (바라다)

παραποιήσοιεν

(그들은) 만들어지겠기를 (바라다)

부정사 παραποιήσειν

만들어질 것

분사 남성여성중성
παραποιησων

παραποιησοντος

παραποιησουσα

παραποιησουσης

παραποιησον

παραποιησοντος

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 παραποιήσομαι

(나는) 만들어져지겠다

παραποιήσει, παραποιήσῃ

(너는) 만들어져지겠다

παραποιήσεται

(그는) 만들어져지겠다

쌍수 παραποιήσεσθον

(너희 둘은) 만들어져지겠다

παραποιήσεσθον

(그 둘은) 만들어져지겠다

복수 παραποιησόμεθα

(우리는) 만들어져지겠다

παραποιήσεσθε

(너희는) 만들어져지겠다

παραποιήσονται

(그들은) 만들어져지겠다

기원법단수 παραποιησοίμην

(나는) 만들어져지겠기를 (바라다)

παραποιήσοιο

(너는) 만들어져지겠기를 (바라다)

παραποιήσοιτο

(그는) 만들어져지겠기를 (바라다)

쌍수 παραποιήσοισθον

(너희 둘은) 만들어져지겠기를 (바라다)

παραποιησοίσθην

(그 둘은) 만들어져지겠기를 (바라다)

복수 παραποιησοίμεθα

(우리는) 만들어져지겠기를 (바라다)

παραποιήσοισθε

(너희는) 만들어져지겠기를 (바라다)

παραποιήσοιντο

(그들은) 만들어져지겠기를 (바라다)

부정사 παραποιήσεσθαι

만들어져질 것

분사 남성여성중성
παραποιησομενος

παραποιησομενου

παραποιησομενη

παραποιησομενης

παραποιησομενον

παραποιησομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 παρεποῖουν

(나는) 만들어지고 있었다

παρεποῖεις

(너는) 만들어지고 있었다

παρεποῖειν*

(그는) 만들어지고 있었다

쌍수 παρεποίειτον

(너희 둘은) 만들어지고 있었다

παρεποιεῖτην

(그 둘은) 만들어지고 있었다

복수 παρεποίουμεν

(우리는) 만들어지고 있었다

παρεποίειτε

(너희는) 만들어지고 있었다

παρεποῖουν

(그들은) 만들어지고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 παρεποιοῦμην

(나는) 만들어져지고 있었다

παρεποίου

(너는) 만들어져지고 있었다

παρεποίειτο

(그는) 만들어져지고 있었다

쌍수 παρεποίεισθον

(너희 둘은) 만들어져지고 있었다

παρεποιεῖσθην

(그 둘은) 만들어져지고 있었다

복수 παρεποιοῦμεθα

(우리는) 만들어져지고 있었다

παρεποίεισθε

(너희는) 만들어져지고 있었다

παρεποίουντο

(그들은) 만들어져지고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ τῶν μὲν τὰ ἀπόρρητα τοῖσ πολεμίοισ ἀπαγγειλάντων ἐπέταττεν ὁ νόμοσ ἐκτέμνεσθαι τὴν γλῶτταν, τῶν δὲ τὸ νόμισμα παρακοπτόντων ἢ μέτρα καὶ σταθμὰ παραποιούντων ἢ παραγλυφόντων τὰσ σφραγῖδασ, ἔτι δὲ τῶν γραμματέων τῶν ψευδεῖσ χρηματισμοὺσ γραφόντων ἢ ἀφαιρούντων τι τῶν ἐγγεγραμμένων, καὶ τῶν τὰσ ψευδεῖσ συγγραφὰσ ἐπιφερόντων, ἀμφοτέρασ ἐκέλευσεν ἀποκόπτεσθαι τὰσ χεῖρασ, ὅπωσ οἷσ ἕκαστοσ μέρεσι τοῦ σώματοσ παρενόμησεν, εἰσ ταῦτα κολαζόμενοσ αὐτὸσ μὲν μέχρι τελευτῆσ ἀνίατον ἔχῃ τὴν συμφοράν, τοὺσ δ’ ἄλλουσ διὰ τῆσ ἰδίασ τιμωρίασ νουθετῶν ἀποτρέπῃ τῶν ὁμοίων τι πράττειν. (Diodorus Siculus, Bibliotheca Historica, book 1, chapter 78 3:1)

    (디오도로스 시켈로스, Bibliotheca Historica, book 1, chapter 78 3:1)

  • ὧν μὲν γὰρ ἐγὼ λέγω νικώντων, νικᾷ νόμοσ καὶ κόσμοσ, ὑφ’ ὧν οὐ μόνον αἱ πόλεισ, ἀλλὰ καὶ γῆ πᾶσα καὶ οὐρανὸσ αὐτὸσ συνέστηκέ τε καὶ σώζεται, ἃ δ’ οὗτοι παραποιοῦσιν ἅπασι καὶ θείοισ καὶ ἀνθρωπείοισ πράγμασιν ἐχθρῶσ ἔχει. (Aristides, Aelius, Orationes, 16:14)

    (아리스티데스, 아일리오스, 연설, 16:14)

유의어

  1. to alter slightly

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION