- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

καταθεάομαι?

α 축약 동사; 이상동사 자동번역 로마알파벳 전사: katatheaomai 고전 발음: [까따테아오마] 신약 발음: [까따태아오매]

기본형: καταθεάομαι καταθεάσομαι

형태분석: κατα (접두사) + θεά (어간) + ομαι (인칭어미)

  1. 고려하다, 숙고하다, 심사숙고하다, 우습게 보다
  1. to look down upon, watch from above, to contemplate

활용 정보

현재 시제

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 καταθέωμαι

(나는) 고려한다

καταθέᾳ

(너는) 고려한다

καταθέαται

(그는) 고려한다

쌍수 καταθέασθον

(너희 둘은) 고려한다

καταθέασθον

(그 둘은) 고려한다

복수 καταθεῶμεθα

(우리는) 고려한다

καταθέασθε

(너희는) 고려한다

καταθέωνται

(그들은) 고려한다

접속법단수 καταθέωμαι

(나는) 고려하자

καταθέῃ

(너는) 고려하자

καταθέηται

(그는) 고려하자

쌍수 καταθέησθον

(너희 둘은) 고려하자

καταθέησθον

(그 둘은) 고려하자

복수 καταθεώμεθα

(우리는) 고려하자

καταθέησθε

(너희는) 고려하자

καταθέωνται

(그들은) 고려하자

기원법단수 καταθεῷμην

(나는) 고려하기를 (바라다)

καταθέῳο

(너는) 고려하기를 (바라다)

καταθέῳτο

(그는) 고려하기를 (바라다)

쌍수 καταθέῳσθον

(너희 둘은) 고려하기를 (바라다)

καταθεῷσθην

(그 둘은) 고려하기를 (바라다)

복수 καταθεῷμεθα

(우리는) 고려하기를 (바라다)

καταθέῳσθε

(너희는) 고려하기를 (바라다)

καταθέῳντο

(그들은) 고려하기를 (바라다)

명령법단수 καταθέω

(너는) 고려해라

καταθεᾶσθω

(그는) 고려해라

쌍수 καταθέασθον

(너희 둘은) 고려해라

καταθεᾶσθων

(그 둘은) 고려해라

복수 καταθέασθε

(너희는) 고려해라

καταθεᾶσθων, καταθεᾶσθωσαν

(그들은) 고려해라

부정사 καταθέασθαι

고려하는 것

분사 남성여성중성
καταθεωμενος

καταθεωμενου

καταθεωμενη

καταθεωμενης

καταθεωμενον

καταθεωμενου

미래 시제

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 καταθεάσομαι

(나는) 고려하겠다

καταθεάσει, καταθεάσῃ

(너는) 고려하겠다

καταθεάσεται

(그는) 고려하겠다

쌍수 καταθεάσεσθον

(너희 둘은) 고려하겠다

καταθεάσεσθον

(그 둘은) 고려하겠다

복수 καταθεασόμεθα

(우리는) 고려하겠다

καταθεάσεσθε

(너희는) 고려하겠다

καταθεάσονται

(그들은) 고려하겠다

기원법단수 καταθεασοίμην

(나는) 고려하겠기를 (바라다)

καταθεάσοιο

(너는) 고려하겠기를 (바라다)

καταθεάσοιτο

(그는) 고려하겠기를 (바라다)

쌍수 καταθεάσοισθον

(너희 둘은) 고려하겠기를 (바라다)

καταθεασοίσθην

(그 둘은) 고려하겠기를 (바라다)

복수 καταθεασοίμεθα

(우리는) 고려하겠기를 (바라다)

καταθεάσοισθε

(너희는) 고려하겠기를 (바라다)

καταθεάσοιντο

(그들은) 고려하겠기를 (바라다)

부정사 καταθεάσεσθαι

고려할 것

분사 남성여성중성
καταθεασομενος

καταθεασομενου

καταθεασομενη

καταθεασομενης

καταθεασομενον

καταθεασομενου

미완료(Imperfect) 시제

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 κατεθεῶμην

(나는) 고려하고 있었다

κατεθέω

(너는) 고려하고 있었다

κατεθέατο

(그는) 고려하고 있었다

쌍수 κατεθέασθον

(너희 둘은) 고려하고 있었다

κατεθεᾶσθην

(그 둘은) 고려하고 있었다

복수 κατεθεῶμεθα

(우리는) 고려하고 있었다

κατεθέασθε

(너희는) 고려하고 있었다

κατεθέωντο

(그들은) 고려하고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유의어

  1. 고려하다

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION