Ancient Greek-English Dictionary Language

ὑπεραλγής

Third declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: ὑπεραλγής ὑπεραλγές

Structure: ὑπεραλγη (Stem) + ς (Ending)

Sense

  1. exceeding grievous

Examples

  • Ἀννίβασ δὲ μόλισ ἐπὶ τοῦ περιλειφθέντοσ θηρίου διεσώθη μετὰ πολλῆσ ταλαιπωρίασ, ὑπεραλγὴσ ὢν διὰ τὴν βαρύτητα τῆσ ἐπενεχθείσησ ὀφθαλμίασ αὐτῷ, δι’ ἣν καὶ τέλοσ ἐστερήθη τῆσ μιᾶσ ὄψεωσ, οὐκ ἐπιδεχομένου τοῦ καιροῦ καταμονὴν οὐδὲ θεραπείαν διὰ τὸ τῆσ περιστάσεωσ ἀδύνατον. (Polybius, Histories, book 3, chapter 79 12:1)

Synonyms

  1. exceeding grievous

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION