Ancient Greek-English Dictionary Language

τετράμετρος

First/Second declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: τετράμετρος τετράμετρον

Structure: τετραμετρ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: me/tron

Sense

  1. consisting of four metres, consisting of four double feet or syzygies, the trochaic tetrameter

Examples

  • ἐπὶ διπλασιασθείσῃ τῇ̓ διποδίᾳ ἐπῳδὸσ τετράμετροσ, πλεονάζων μίᾳ συλλαβῇ τοῦ̓ ἑξαμέτρου Δήμητρι τῇ Πυλαίῃ, τῇ τοῦτον οὑκ Πελασγῶν Ἀκρίσιοσ τὸν νηὸν ἐδείματο, ταῦθ’ ὁ Ναυκρατίτησ καὶ τῇ κάτω θυγατρὶ τὰ δῶρα Τιμόδημοσ εἵσατο, τῶν κερδέων δεκατεύματα· (Unknown, Greek Anthology, Volume V, book 13, chapter 251)
  • ἑξάμετροσ καὶ οὗτοσ τροχαϊκὸσ τετράμετροσ κατὰ μετάθεσιν τῆσ λέξεωσ Μοῦσά μοι Ἀλκμήνησ καλλισφύρου υἱὸν ἀείδε. (Unknown, Greek Anthology, Volume V, book 13, chapter 301)

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION