Ancient Greek-English Dictionary Language

συνδρομή

First declension Noun; Feminine 자동번역 Transliteration:

Principal Part: συνδρομή

Structure: συνδρομ (Stem) + η (Ending)

Etym.: dro/mos

Sense

  1. a tumultuous concourse
  2. conclusion, moral

Declension

First declension

The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.

Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.

Examples

  • καὶ τήν γε τότε σύστασιν καὶ κοινωνίαν αὐτῶν ἔλεγεν ὥσπερ ὀρνίθων σπερμολόγων συνδρομὴν ἑνὶ λίθῳ καὶ ψόφῳ συνδιαταράξειν. (Plutarch, Demetrius, chapter 28 2:3)
  • εἴπερ δὲ καὶ σὺ σωφρονεῖν θέλεισ, φίλοσ, μὴ τὴν πάρεργον τῆσ γραφῆσ σκόπει θέαν, τὴν τοῦ λόγου δὲ πρῶτα συνδρομὴν μάθε· (Unknown, Greek Anthology, Volume III, book 9, chapter 203 1:1)
  • οὐ γὰρ εἶναι λιμόν, ὥσπερ δοκεῖ, τὴν βουλιμίαν, ἀλλὰ πάθοσ ἐν τῷ στομάχῳ διὰ συνδρομὴν θερμοῦ λιποψυχίαν ποιοῦν. (Plutarch, Quaestiones Convivales, book 6, 21:1)
  • πυθόμενοσ δὲ τὴν ὑπὸ τῶν Ἑλλήνων συνδρομὴν ἐπ’ αὐτὸν γεγενημένην, τῆσ μὲν Μακεδονίασ ἀπέλιπε στρατηγὸν Σίππαν, δοὺσ στρατιώτασ τοὺσ ἱκανοὺσ καὶ παραγγείλασ στρατολογεῖν ὡσ πλείστουσ· (Diodorus Siculus, Bibliotheca Historica, Books XVIII-XX, book 18, chapter 12 2:1)
  • τὸν δὲ Διόνυσον πυθόμενον τά τε τοῦ πατρὸσ ἐλαττώματα καὶ τὴν τῶν Τιτάνων ἐπ’ αὐτὸν συνδρομήν, ἀθροῖσαι στρατιώτασ ἐκ τῆσ Νύσησ, ὧν εἶναι συντρόφουσ διακοσίουσ, διαφόρουσ τῇ τε ἀλκῇ καὶ τῇ πρὸσ αὐτὸν εὐνοίᾳ· (Diodorus Siculus, Bibliotheca Historica, book 3, chapter 71 3:2)

Synonyms

  1. conclusion

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION