Ancient Greek-English Dictionary Language

στέριφος

First/Second declension Adjective; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: στέριφος στέριφη στέριφον

Structure: στεριφ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: = stereo/s, sterro/s

Sense

  1. firm, solid

Examples

  • τοῖσι μὲν ἀνδράσι ταῦτα τὰ νοσήματα ἐπιχώριά ἐστι‧ καὶ χωρίσ, ἤν τι πάγκοινον κατάσχῃ ἐκ μεταβολῆσ τῶν ὡρέων‧ τῇσι δὲ γυναιξί‧ πρῶτον μὲν στερίφαι πολλαὶ γίνονται διὰ τὰ ὕδατα ἐόντα σκληρά τε καὶ ἀτέραμνα καὶ ψυχρά. (Hippocrates, Hippocrates Collected Works I, , iv.10)

Synonyms

  1. firm

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION