고전 발음: [] 신약 발음: []
Principal Part: σταθμητός σταθμητή σταθμητόν
Structure: σταθμητ (Stem) + ος (Ending)
Masculine | Feminine | Neuter | ||
---|---|---|---|---|
Singular | Nominative | σταθμητός | σταθμητή | σταθμητόν |
Genitive | σταθμητοῦ | σταθμητῆς | σταθμητοῦ | |
Dative | σταθμητῷ | σταθμητῇ | σταθμητῷ | |
Accusative | σταθμητόν | σταθμητήν | σταθμητόν | |
Vocative | σταθμητέ | σταθμητή | σταθμητόν | |
Dual | N/A/V | σταθμητώ | σταθμητᾱ́ | σταθμητώ |
G/D | σταθμητοῖν | σταθμηταῖν | σταθμητοῖν | |
Plural | Nominative | σταθμητοί | σταθμηταί | σταθμητά |
Genitive | σταθμητῶν | σταθμητῶν | σταθμητῶν | |
Dative | σταθμητοῖς | σταθμηταῖς | σταθμητοῖς | |
Accusative | σταθμητούς | σταθμητᾱ́ς | σταθμητά | |
Vocative | σταθμητοί | σταθμηταί | σταθμητά |
Positive | Comparative | Superlative | |
---|---|---|---|
Adjective | σταθμητός σταθμητοῦ | σταθμητότερος σταθμητοτεροῦ | σταθμητότατος σταθμητοτατοῦ |
Adverb | σταθμητώς | σταθμητότερον | σταθμητότατα |
The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.
Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.
Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.
Find this word at Perseus Greek Word Study Tool고전 발음: [] 신약 발음: []
이 저작물은 크리에이티브 커먼즈 저작자표시-비영리 4.0 국제 라이선스에 따라 이용할 수 있습니다.
bab2min@gmail.com
호흡부호 보기
강세부호 보기
장단부호 보기
작은 Iota 보기
모든 부호 보기