헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

προστένω

비축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: προστένω

형태분석: προ (접두사) + στέν (어간) + ω (인칭어미)

  1. to sigh or grieve beforehand

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προστένω

προστένεις

προστένει

쌍수 προστένετον

προστένετον

복수 προστένομεν

προστένετε

προστένουσιν*

접속법단수 προστένω

προστένῃς

προστένῃ

쌍수 προστένητον

προστένητον

복수 προστένωμεν

προστένητε

προστένωσιν*

기원법단수 προστένοιμι

προστένοις

προστένοι

쌍수 προστένοιτον

προστενοίτην

복수 προστένοιμεν

προστένοιτε

προστένοιεν

명령법단수 προστένε

προστενέτω

쌍수 προστένετον

προστενέτων

복수 προστένετε

προστενόντων, προστενέτωσαν

부정사 προστένειν

분사 남성여성중성
προστενων

προστενοντος

προστενουσα

προστενουσης

προστενον

προστενοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προστένομαι

προστένει, προστένῃ

προστένεται

쌍수 προστένεσθον

προστένεσθον

복수 προστενόμεθα

προστένεσθε

προστένονται

접속법단수 προστένωμαι

προστένῃ

προστένηται

쌍수 προστένησθον

προστένησθον

복수 προστενώμεθα

προστένησθε

προστένωνται

기원법단수 προστενοίμην

προστένοιο

προστένοιτο

쌍수 προστένοισθον

προστενοίσθην

복수 προστενοίμεθα

προστένοισθε

προστένοιντο

명령법단수 προστένου

προστενέσθω

쌍수 προστένεσθον

προστενέσθων

복수 προστένεσθε

προστενέσθων, προστενέσθωσαν

부정사 προστένεσθαι

분사 남성여성중성
προστενομενος

προστενομενου

προστενομενη

προστενομενης

προστενομενον

προστενομενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἴσον δὲ τῷ προστένειν. (Aeschylus, Agamemnon, choral, antistrophe 6 1:6)

    (아이스킬로스, 아가멤논, choral, antistrophe 6 1:6)

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION