헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

προπηδάω

α 축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: προπηδάω προπηδήσομαι

형태분석: προ (접두사) + πηδά (어간) + ω (인칭어미)

  1. to spring before
  2. to spring forward from

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προπήδω

προπήδᾳς

προπήδᾳ

쌍수 προπήδᾱτον

προπήδᾱτον

복수 προπήδωμεν

προπήδᾱτε

προπήδωσιν*

접속법단수 προπήδω

προπήδῃς

προπήδῃ

쌍수 προπήδητον

προπήδητον

복수 προπήδωμεν

προπήδητε

προπήδωσιν*

기원법단수 προπήδῳμι

προπήδῳς

προπήδῳ

쌍수 προπήδῳτον

προπηδῷτην

복수 προπήδῳμεν

προπήδῳτε

προπήδῳεν

명령법단수 προπῆδᾱ

προπηδᾶτω

쌍수 προπήδᾱτον

προπηδᾶτων

복수 προπήδᾱτε

προπηδῶντων, προπηδᾶτωσαν

부정사 προπήδᾱν

분사 남성여성중성
προπηδων

προπηδωντος

προπηδωσα

προπηδωσης

προπηδων

προπηδωντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προπήδωμαι

προπήδᾳ

προπήδᾱται

쌍수 προπήδᾱσθον

προπήδᾱσθον

복수 προπηδῶμεθα

προπήδᾱσθε

προπήδωνται

접속법단수 προπήδωμαι

προπήδῃ

προπήδηται

쌍수 προπήδησθον

προπήδησθον

복수 προπηδώμεθα

προπήδησθε

προπήδωνται

기원법단수 προπηδῷμην

προπήδῳο

προπήδῳτο

쌍수 προπήδῳσθον

προπηδῷσθην

복수 προπηδῷμεθα

προπήδῳσθε

προπήδῳντο

명령법단수 προπήδω

προπηδᾶσθω

쌍수 προπήδᾱσθον

προπηδᾶσθων

복수 προπήδᾱσθε

προπηδᾶσθων, προπηδᾶσθωσαν

부정사 προπήδᾱσθαι

분사 남성여성중성
προπηδωμενος

προπηδωμενου

προπηδωμενη

προπηδωμενης

προπηδωμενον

προπηδωμενου

미래 시제

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유의어

  1. to spring before

  2. to spring forward from

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION