- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πορφυρίς?

3군 변화 명사; 여성 로마알파벳 전사: porphyris 고전 발음: [퓌리] 신약 발음: [퓌리]

기본형: πορφυρίς πορφυρίδος

형태분석: πορφυριδ (어간) + ς (어미)

어원: πορφύρα

  1. a purple garment or covering
  2. a red-coloured bird

곡용 정보

3군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ ἐγένετο ὁ σταθμὸς τῶν ἐνωτίων τῶν χρυσῶν, ὧν ᾔτησε, χίλιοι καὶ ἑπτακόσιοι χρυσοῖ, πάρεξ τῶν μηνίσκων καὶ τῶν στραγγαλίδων καὶ τῶν ἱματίων καὶ πορφυρίδων τῶν ἐπὶ βασιλεῦσι Μαδιὰμ καὶ ἐκτὸς τῶν περιθεμάτων, ἃ ἦν ἐν τοῖς τραχήλοις τῶν καμήλων αὐτῶν. (Septuagint, Liber Iudicum 8:26)

    (70인역 성경, 판관기 8:26)

  • καὶ τὸν μὲν στρατηλάτην αὐτὸν ἐφ ἁρ´ματος ὀχεῖσθαι παρδάλεων ὑπεζευγμένων, ἀγένειον ἀκριβῶς, οὐδ ἐπ ὀλίγον τὴν παρειὰν χνοῶντα, κερασφόρον, βοτρύοις ἐστεφανωμένον, μίτρᾳ τὴν κόμην ἀναδεδεμένον, ἐν πορφυρίδι καὶ χρυσῇ ἐμβάδι: (Lucian, (no name) 2:1)

    (루키아노스, (no name) 2:1)

  • ἐγὼ δὲ γελάσομαι τότε γνωρίσας αὐτῶν ἕκαστον γυμνὸν ἐν τῷ σκαφιδίῳ μήτε τὴν πορφυρίδα μήτε τιάραν ἢ κλίνην χρυσῆν κομίζοντας. (Lucian, Contemplantes, (no name) 14:10)

    (루키아노스, Contemplantes, (no name) 14:10)

  • πάντα γὰρ ἴσα καὶ ὁμόχροα καὶ οὐδὲν οὔτε καλὸν οὔτε κάλλιον, ἀλλ ἤδη καὶ τὸ τριβώνιον τέως ἄμορφον εἶναί μοι δοκοῦν ἰσότιμον γίγνεται τῇ πορφυρίδι τοῦ βασιλέως: (Lucian, Cataplus, (no name) 22:4)

    (루키아노스, Cataplus, (no name) 22:4)

  • ἀλλὰ καὶ ἀπόδυθι τὴν πορφυρίδα, ἵνα τὸν ἀριθμὸν ἴδωμεν τῶν στιγμάτων. (Lucian, Cataplus, (no name) 28:2)

    (루키아노스, Cataplus, (no name) 28:2)

  • ἀπόλαυσις μέν γε οὐδὲ ὄναρ τῶν ἡδέων, ἀλλὰ δόξα μόνη καὶ πορφυρὶς χρυσῷ ποικίλη καὶ ταινία λευκὴ περὶ τῷ μετώπῳ καὶ δορυφόροι προϊόντες, τὰ δ᾿ ἄλλα κάματος ἀφόρητος καὶ ἀηδία πολλή, καὶ ἢ χρηματίζειν δεῖ τοῖς παρα τῶν πολεμίων ἥκουσιν ἢ δικάζειν ἢ καταπέμπειν τοῖς ὑπηκόοις ἐπιτάγματα, καὶ ἤτοι ἀφέστηκέ τι ἔθνος ἢ ἐπελαύνουσί τινες τῶν ἔξω τῆς ἀρχῆς. (Lucian, 67:2)

    (루키아노스, 67:2)

  • κίττα τρυγὼν κορυδὸς ἐλεᾶς ὑποθυμὶς περιστερὰ νέρτος ἱέραξ φάττα κόκκυξ ἐρυθρόπους κεβλήπυρις πορφυρὶς κερχνῂς κολυμβὶς ἀμπελὶς φήην δρύοψ. (Aristophanes, Birds, Parodos, lyric48)

    (아리스토파네스, Birds, Parodos, lyric48)

  • Πορφυρίς. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 9, book 9, chapter 40 2:4)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 9, book 9, chapter 40 2:4)

  • ἐν ἄλλοις δέ φησιν αἰεὶ μ, ὦ φίλε θυμέ, ὁ τανύπτερος ὡς ὅκα πορφυρίς. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 9, book 9, chapter 40 3:2)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 9, book 9, chapter 40 3:2)

유의어

  1. a red-coloured bird

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION