- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πετρώδης?

3군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: petrōdēs 고전 발음: [로:데:] 신약 발음: [로데]

기본형: πετρώδης πετρώδες

형태분석: πετρωδη (어간) + ς (어미)

어원: εἶδος

  1. 돌이 많은, 돌투성이의
  1. like rock or stone, rocky, stony

곡용 정보

3군 변화
남/여성 중성
단수주격 πετρώδης

돌이 많은 (이)가

πέτρωδες

돌이 많은 (것)가

속격 πετρώδους

돌이 많은 (이)의

πετρώδους

돌이 많은 (것)의

여격 πετρώδει

돌이 많은 (이)에게

πετρώδει

돌이 많은 (것)에게

대격 πετρώδη

돌이 많은 (이)를

πέτρωδες

돌이 많은 (것)를

호격 πετρῶδες

돌이 많은 (이)야

πέτρωδες

돌이 많은 (것)야

쌍수주/대/호 πετρώδει

돌이 많은 (이)들이

πετρώδει

돌이 많은 (것)들이

속/여 πετρώδοιν

돌이 많은 (이)들의

πετρώδοιν

돌이 많은 (것)들의

복수주격 πετρώδεις

돌이 많은 (이)들이

πετρώδη

돌이 많은 (것)들이

속격 πετρώδων

돌이 많은 (이)들의

πετρώδων

돌이 많은 (것)들의

여격 πετρώδεσι(ν)

돌이 많은 (이)들에게

πετρώδεσι(ν)

돌이 많은 (것)들에게

대격 πετρώδεις

돌이 많은 (이)들을

πετρώδη

돌이 많은 (것)들을

호격 πετρώδεις

돌이 많은 (이)들아

πετρώδη

돌이 많은 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἀμφὶ δὲ σοὶ κτυπεῖται Κιθαιρώνιος ἠχώ, μελάμφυλλά τ ὄρη δάσκια καὶ νάπαι πετρώδεις βρέμονται: (Aristophanes, Thesmophoriazusae, Lyric-Scene, antistrophe 31)

    (아리스토파네스, Thesmophoriazusae, Lyric-Scene, antistrophe 31)

  • ἡ μὲν γὰρ ἐπὶ τὰ ἑσπέρια, ἡ δὲ ἐπὶ τὴν ἑώ φέρειν ἐοίκεν, ἡ δέ τις ἐπὶ τὰς ἄρκτους, καὶ ἄλλη εὐθὺ τῆς μεσημβρίας, καὶ ἡ μὲν διὰ λειμώνων καὶ φυτῶν καὶ σκιᾶς εὐύδρος καὶ ἡδεῖα οὐδὲν ἀντίτυπον ἢ δύσβατον ἔχουσα, ἡ δὲ πετρώδης καὶ τραχεῖα πολὺν ἥλιον καὶ δίψος καὶ κάματον προφαίνουσα: (Lucian, 51:8)

    (루키아노스, 51:8)

  • Σελευκείᾳ δὲ καὶ Σωγάνῃ φύσει κώμαις ὀχυρωτάταις ᾠκοδόμησα τείχη, τάς τε κατὰ τὴν ἄνω Γαλιλαίαν κώμας καὶ πάνυ πετρώδεις οὔσας ἐτείχισα παραπλησίως. (Flavius Josephus, 224:3)

    (플라비우스 요세푸스, 224:3)

  • καὶ συνάψαι μὲν εἰς χεῖρας οὐδεὶς ἐτόλμησεν αὐτῷ, πόρρωθεν δὲ βαλλόμενος καὶ βιαζόμενος πρὸς χωρία πετρώδη καὶ παράκρημνα χαλεπῶς μετεχειρίζετο καὶ κατέξαινε τὸν ἵππον. (Plutarch, Philopoemen, chapter 18 6:2)

    (플루타르코스, Philopoemen, chapter 18 6:2)

  • ἄγων ἔρημος ἔνθ ἂν ᾖ βροτῶν στίβος κρύψω πετρώδει ζῶσαν ἐν κατώρυχι, φορβῆς τοσοῦτον ὡς ἄγος μόνον προθείς, ὅπως μίασμα πᾶς ὑπεκφύγῃ πόλις. (Sophocles, Antigone, episode 3:14)

    (소포클레스, Antigone, episode 3:14)

  • τότε δὲ ἀνῃρημένης τῆς πόλεως λόφος ἐλείπετο πετρώδης καὶ περίκρημνος, τοῦ Ἡδυλίου διωρισμένος ὄρους ὅσον ὁ Ἄσσος ἐπέχει ῥέων, εἶτα συμπίπτων ὑπὸ τήν ῥίζαν αὐτὴν τῷ Κηφισῷ καὶ συνεκτραχυνόμενος ὀχυρὰν ἐνστρατοπεδεῦσαι τήν ἄκραν ποιεῖ, διὸ καὶ τοὺς χαλκάσπιδας ὁρῶν τῶν πολεμίων ὠθουμένους ἐπ αὐτὴν ὁ Σύλλας ἐβούλετο φθῆναι καταλαβὼν τόν τόπον καὶ κατέλαβε χρησάμενος τοῖς στρατιώταις προθύμοις. (Plutarch, Sulla, chapter 16 7:1)

    (플루타르코스, Sulla, chapter 16 7:1)

  • ἦν δ ὁ χῶρος ὁ μεταξὺ τῶν στρατοπέδων, ἐν ᾧ τὴν μάχην ἔδει γενέσθαι, λόφος πετρώδης πολλαχῇ περικατεαγώς, ἔνθα οὐδετέροις ἡ ἵππος ἔμελλεν ἔσεσθαι χρησίμη. (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, Books VII-IX, book 8, chapter 67 3:1)

    (디오니시오스, Antiquitates Romanae, Books VII-IX, book 8, chapter 67 3:1)

  • ἦν δ ἥ τε κορυφὴ πάντοθεν πετρώδης καὶ δύσβατος, εἰς ἄπειρον ὕψος ἐπηρμένη, καὶ πανταχόθεν τοῦ βάθους κατέγεμεν περιειλημμένη κρημνοῖς κατέτεμνόν τε. (Flavius Josephus, De bello Judaico libri vii, 85:1)

    (플라비우스 요세푸스, De bello Judaico libri vii, 85:1)

  • αὐτὸ μὲν γὰρ τὸ τετειχισμένον πετρώδης ὄχθος ἐστὶν εἰς μήκιστον ὕψος ἐγηγερμένος, ὡς εἶναι καὶ διὰ τοῦτο δυσχείρωτος, μεμηχάνηται δ ὑπὸ τῆς φύσεως εἶναι μηδὲ προσιτός: (Flavius Josephus, De bello Judaico libri vii, 192:1)

    (플라비우스 요세푸스, De bello Judaico libri vii, 192:1)

유의어

  1. 돌이 많은

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION