헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

παραδιακονέω

ε 축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: παραδιακονέω παραδιακονήσω

형태분석: παρα (접두사) + διακονέ (어간) + ω (인칭어미)

  1. to live with and serve

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 παραδιακονῶ

παραδιακονεῖς

παραδιακονεῖ

쌍수 παραδιακονεῖτον

παραδιακονεῖτον

복수 παραδιακονοῦμεν

παραδιακονεῖτε

παραδιακονοῦσιν*

접속법단수 παραδιακονῶ

παραδιακονῇς

παραδιακονῇ

쌍수 παραδιακονῆτον

παραδιακονῆτον

복수 παραδιακονῶμεν

παραδιακονῆτε

παραδιακονῶσιν*

기원법단수 παραδιακονοῖμι

παραδιακονοῖς

παραδιακονοῖ

쌍수 παραδιακονοῖτον

παραδιακονοίτην

복수 παραδιακονοῖμεν

παραδιακονοῖτε

παραδιακονοῖεν

명령법단수 παραδιακόνει

παραδιακονείτω

쌍수 παραδιακονεῖτον

παραδιακονείτων

복수 παραδιακονεῖτε

παραδιακονούντων, παραδιακονείτωσαν

부정사 παραδιακονεῖν

분사 남성여성중성
παραδιακονων

παραδιακονουντος

παραδιακονουσα

παραδιακονουσης

παραδιακονουν

παραδιακονουντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 παραδιακονοῦμαι

παραδιακονεῖ, παραδιακονῇ

παραδιακονεῖται

쌍수 παραδιακονεῖσθον

παραδιακονεῖσθον

복수 παραδιακονούμεθα

παραδιακονεῖσθε

παραδιακονοῦνται

접속법단수 παραδιακονῶμαι

παραδιακονῇ

παραδιακονῆται

쌍수 παραδιακονῆσθον

παραδιακονῆσθον

복수 παραδιακονώμεθα

παραδιακονῆσθε

παραδιακονῶνται

기원법단수 παραδιακονοίμην

παραδιακονοῖο

παραδιακονοῖτο

쌍수 παραδιακονοῖσθον

παραδιακονοίσθην

복수 παραδιακονοίμεθα

παραδιακονοῖσθε

παραδιακονοῖντο

명령법단수 παραδιακονοῦ

παραδιακονείσθω

쌍수 παραδιακονεῖσθον

παραδιακονείσθων

복수 παραδιακονεῖσθε

παραδιακονείσθων, παραδιακονείσθωσαν

부정사 παραδιακονεῖσθαι

분사 남성여성중성
παραδιακονουμενος

παραδιακονουμενου

παραδιακονουμενη

παραδιακονουμενης

παραδιακονουμενον

παραδιακονουμενου

미래 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 παραδιακονήσω

παραδιακονήσεις

παραδιακονήσει

쌍수 παραδιακονήσετον

παραδιακονήσετον

복수 παραδιακονήσομεν

παραδιακονήσετε

παραδιακονήσουσιν*

기원법단수 παραδιακονήσοιμι

παραδιακονήσοις

παραδιακονήσοι

쌍수 παραδιακονήσοιτον

παραδιακονησοίτην

복수 παραδιακονήσοιμεν

παραδιακονήσοιτε

παραδιακονήσοιεν

부정사 παραδιακονήσειν

분사 남성여성중성
παραδιακονησων

παραδιακονησοντος

παραδιακονησουσα

παραδιακονησουσης

παραδιακονησον

παραδιακονησοντος

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 παραδιακονήσομαι

παραδιακονήσει, παραδιακονήσῃ

παραδιακονήσεται

쌍수 παραδιακονήσεσθον

παραδιακονήσεσθον

복수 παραδιακονησόμεθα

παραδιακονήσεσθε

παραδιακονήσονται

기원법단수 παραδιακονησοίμην

παραδιακονήσοιο

παραδιακονήσοιτο

쌍수 παραδιακονήσοισθον

παραδιακονησοίσθην

복수 παραδιακονησοίμεθα

παραδιακονήσοισθε

παραδιακονήσοιντο

부정사 παραδιακονήσεσθαι

분사 남성여성중성
παραδιακονησομενος

παραδιακονησομενου

παραδιακονησομενη

παραδιακονησομενης

παραδιακονησομενον

παραδιακονησομενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἄγε νυν σὺ μὲν βάδιζε πρὸσ τὸν ἀέρα καὶ τοῖσι τειχίζουσι παραδιακόνει, χάλικασ παραφόρει, πηλὸν ἀποδὺσ ὄργασον, λεκάνην ἀνένεγκε, κατάπεσ’ ἀπὸ τῆσ κλίμακοσ, φύλακασ κατάστησαι, τὸ πῦρ ἔγκρυπτ’ ἀεί, κωδωνοφορῶν περίτρεχε καὶ κάθευδ’ ἐκεῖ· (Aristophanes, Birds, Lyric-Scene34)

    (아리스토파네스, Birds, Lyric-Scene34)

유의어

  1. to live with and serve

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION