헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ὀδμή

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ὀδμή ὀδμῆς

형태분석: ὀδμ (어간) + η (어미)

  1. 냄새, 후각, 향기, 악취
  2. 냄새, 악취, 향기
  3. 후각
  1. smell, scent, odour
  2. stench, stink
  3. the sense of smell

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ὀδμή

냄새가

ὀδμᾱ́

냄새들이

ὀδμαί

냄새들이

속격 ὀδμῆς

냄새의

ὀδμαῖν

냄새들의

ὀδμῶν

냄새들의

여격 ὀδμῇ

냄새에게

ὀδμαῖν

냄새들에게

ὀδμαῖς

냄새들에게

대격 ὀδμήν

냄새를

ὀδμᾱ́

냄새들을

ὀδμᾱ́ς

냄새들을

호격 ὀδμή

냄새야

ὀδμᾱ́

냄새들아

ὀδμαί

냄새들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἡ γὰρ ὀδμή με θάψει. (Lucian, (no name) 66:3)

    (루키아노스, (no name) 66:3)

  • ἀπόζει δὲ αὐτοῦ ὀδμὴ ἀμβροσίη ὁκοίη λέγεται τῆσ χώρησ τῆσ Ἀραβίησ, καί σοι τηλόθεν ἀνιόντι προσβάλλει πνοιὴν κάρτα ἀγαθὴν καὶ ἢν αὖτισ ἀπίῃσ, οὐδαμὰ λείπεται, ἀλλά σευ τά τε εἵματα ἐσ πολλὸν ἔχει τὴν πνοιὴν καὶ σὺ ἐσ πάμπαν αὐτῆσ μνήσεαι. (Lucian, De Syria dea, (no name) 30:5)

    (루키아노스, De Syria dea, (no name) 30:5)

  • δηλοῖ δὲ καὶ ἡ ὀδμή, ἐπειδὰν ἐσέλθῃσ οὗ κύνεσ πολλαὶ ἀναπαύονται· (Arrian, Cynegeticus, chapter 9 3:1)

    (아리아노스, Cynegeticus, chapter 9 3:1)

  • τοῦτο συχνάκισ γενόμενον ‐ οὐ γὰρ ἠμέλησαν οἱ Ἀθηναῖοι ἀκούσαντεσ ‐ ἔπαυσε μηκέτι λοιμώττειν αὐτούσ, εἴτε ἀτμούσ τινασ πονηροὺσ ὁ οἰνοσ σβέσασ τῇ ὀδμῇ, εἴτε ἄλλο τι πλέον εἰδὼσ ὁ ἡρ́ωσ ὁ Τόξαρισ, ἅτε ἰατρικὸσ ὤν, συνεβούλευσεν. (Lucian, Scytha 3:2)

    (루키아노스, Scytha 3:2)

  • Μάγνητα δὲ μειλιχόδωρον καὶ Θάσιον, τῷ δὴ μήλων ἐπιδέδρομεν ὀδμή, τοῦτον ἐγὼ κρίνω πολὺ πάντων εἶναι ἄριστον τῶν ἄλλων οἴνων μετ’ ἀμύμονα Χῖον ἄλυπον. (Athenaeus, The Deipnosophists, book 1, chapter 53 1:2)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, book 1, chapter 53 1:2)

유의어

  1. 냄새

  2. 냄새

  3. 후각

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION