헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ναυτιάω

α 축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ναυτιάω

형태분석: ναυτιά (어간) + ω (인칭어미)

어원: from nauti/a

  1. to be qualmish, suffer from seasickness or nausea

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ναυτίω

ναυτίᾳς

ναυτίᾳ

쌍수 ναυτίᾱτον

ναυτίᾱτον

복수 ναυτίωμεν

ναυτίᾱτε

ναυτίωσιν*

접속법단수 ναυτίω

ναυτίῃς

ναυτίῃ

쌍수 ναυτίητον

ναυτίητον

복수 ναυτίωμεν

ναυτίητε

ναυτίωσιν*

기원법단수 ναυτίῳμι

ναυτίῳς

ναυτίῳ

쌍수 ναυτίῳτον

ναυτιῷτην

복수 ναυτίῳμεν

ναυτίῳτε

ναυτίῳεν

명령법단수 ναυτῖᾱ

ναυτιᾶτω

쌍수 ναυτίᾱτον

ναυτιᾶτων

복수 ναυτίᾱτε

ναυτιῶντων, ναυτιᾶτωσαν

부정사 ναυτίᾱν

분사 남성여성중성
ναυτιων

ναυτιωντος

ναυτιωσα

ναυτιωσης

ναυτιων

ναυτιωντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ναυτίωμαι

ναυτίᾳ

ναυτίᾱται

쌍수 ναυτίᾱσθον

ναυτίᾱσθον

복수 ναυτιῶμεθα

ναυτίᾱσθε

ναυτίωνται

접속법단수 ναυτίωμαι

ναυτίῃ

ναυτίηται

쌍수 ναυτίησθον

ναυτίησθον

복수 ναυτιώμεθα

ναυτίησθε

ναυτίωνται

기원법단수 ναυτιῷμην

ναυτίῳο

ναυτίῳτο

쌍수 ναυτίῳσθον

ναυτιῷσθην

복수 ναυτιῷμεθα

ναυτίῳσθε

ναυτίῳντο

명령법단수 ναυτίω

ναυτιᾶσθω

쌍수 ναυτίᾱσθον

ναυτιᾶσθων

복수 ναυτίᾱσθε

ναυτιᾶσθων, ναυτιᾶσθωσαν

부정사 ναυτίᾱσθαι

분사 남성여성중성
ναυτιωμενος

ναυτιωμενου

ναυτιωμενη

ναυτιωμενης

ναυτιωμενον

ναυτιωμενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τὸν δὲ δῆμον εἰσ ἐκκλησίαν οὐ συνῆγε δεδιὼσ βιασθῆναι παρὰ γνώμην, ἀλλ’ ὥσπερ νεὼσ κυβερνήτησ ἀνέμου κατιόντοσ ἐν πελάγει θέμενοσ εὖ πάντα καὶ κατατείνασ τὰ ὅπλα χρῆται τῇ τέχνῃ, δάκρυα καὶ δεήσεισ ἐπιβατῶν ναυτιώντων καὶ φοβουμένων ἐάσασ, οὕτωσ ἐκεῖνοσ, τό τε ἄστυ συγκλείσασ καὶ καταλαβὼν πάντα φυλακαῖσ πρὸσ ἀσφάλειαν, ἐχρῆτο τοῖσ αὑτοῦ λογισμοῖσ, βραχέα φροντίζων τῶν καταβοώντων καὶ δυσχεραινόντων. (Plutarch, , chapter 33 5:1)

    (플루타르코스, , chapter 33 5:1)

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION