Ancient Greek-English Dictionary Language

μετρητός

First/Second declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: μετρητός μετρητή μετρητόν

Structure: μετρητ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: metre/w

Sense

  1. measurable

Examples

  • καὶ ἦν εἴδωλον τοῖσ Βαβυλωνίοισ, ᾧ ὄνομα Βήλ, καὶ ἐδαπανῶντο εἰσ αὐτὸν ἑκάστησ ἡμέρασ σεμιδάλεωσ ἀρτάβαι δώδεκα καὶ πρόβατα τεσσαράκοντα καὶ οἴνου μετρηταὶ ἕξ. (Septuagint, Prophetia Danielis 12:15)
  • Προϊόντι δὲ εἰσ τὴν πολεμίαν Τίτῳ προῆγον μὲν οἱ βασιλικοὶ καὶ πᾶν τὸ συμμαχικόν, ἐφ’ οἷσ ὁδοποιοὶ καὶ μετρηταὶ στρατοπέδων, ἔπειτα τὰ τῶν ἡγεμόνων σκευοφόρα καὶ μετὰ τοὺσ τούτων ὁπλίτασ αὐτὸσ τούσ τε ἄλλουσ ἐπιλέκτουσ καὶ τοὺσ λογχοφόρουσ ἔχων, κατόπιν δ’ αὐτῷ τοῦ τάγματοσ τὸ ἱππικόν· (Flavius Josephus, De bello Judaico libri vii, 56:1)
  • Εἂν ἀριθμὸσ ὑπό τινοσ ἀριθμοῦ μετρῆται, ὁ μετρούμενοσ ὁμώνυμον μέροσ ἕξει τῷ μετροῦντι. (Euclid, Elements, book 7, type Prop615)
  • Εἂν ἀπὸ μονάδοσ ὁποσοιοῦν ἀριθμοὶ ἑξῆσ ἀνάλογον ὦσιν, ὑφ’ ὅσων ἂν ὁ ἔσχατοσ πρώτων ἀριθμῶν μετρῆται, ὑπὸ τῶν αὐτῶν καὶ ὁ παρὰ τὴν μονάδα μετρηθήσεται. (Euclid, Elements, book 9, type Prop190)
  • λέγω, ὅτι ὑφ’ ὅσων ἂν ὁ Δ πρώτων ἀριθμῶν μετρῆται, ὑπὸ τῶν αὐτῶν καὶ ὁ Α μετρηθήσεται. (Euclid, Elements, book 9, type Prop192)

Synonyms

  1. measurable

Derived

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION