μετοικίζω
비축약 동사;
로마알파벳 전사:
고전 발음: []
신약 발음: []
기본형:
μετοικίζω
형태분석:
μετ
(접두사)
+
οἰκίζ
(어간)
+
ω
(인칭어미)
뜻
- to lead settlers to another abode
활용 정보
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- Ἀριστοκράτησ, πεντήκοντα καὶ τριακοσίουσ, τὰ δὲ τείχη καθεῖλε, χώραν δὲ πολλὴν ἀποτεμόμενοσ προσένειμε τοῖσ Μεγαλοπολίταισ, ὅσοι δὲ ἦσαν ὑπὸ τῶν τυράννων ἀποδεδειγμένοι πολῖται τῆσ Σπάρτησ, μετῴκιζεν ἅπαντασ ἀπάγων εἰσ Ἀχαϊάν πλὴν τρισχιλίων τούτουσ δὲ ἀπειθοῦντασ καὶ μὴ βουλομένουσ ἀπελθεῖν ἐκ τῆσ Λακεδαίμονοσ ἐπώλησεν, εἶθ’ οἱο͂ν ἐφυβρίζων ἀπὸ τῶν χρημάτων τούτων ἐν Μεγάλῃ πόλει στοὰν ᾠκοδόμησεν. (Plutarch, Philopoemen, chapter 16 4:1)
(플루타르코스, Philopoemen, chapter 16 4:1)
- καὶ Ἀτελλαίουσ μετῴκιζεν ἐσ Θουρίουσ, ἵνα μὴ τῷ Βρεττίων καὶ Λευκανῶν καὶ Ιἀπύγων ἐνοχλοῖντο πολέμῳ. (Appian, The Foreign Wars, chapter 8 2:2)
(아피아노스, The Foreign Wars, chapter 8 2:2)
- καὶ ὁ Ἀννίβασ ἔτι μᾶλλον ἀπορούμενόσ τε καὶ τὰ παρὰ Καρχηδονίων ἀπεγνωκώσ, οὐδὲ Μάγωνοσ αὐτῷ τι, τοῦ ξενολογοῦντοσ ἐν Κελτοῖσ καὶ Λίγυσιν, ἐπιπέμποντοσ, ἀλλὰ τὸ μέλλον ἔσεσθαι περιορωμένου, συνιδὼν ὅτι μένειν ἐπὶ πλεῖον οὐ δυνήσεται, αὐτῶν ἤδη Βρεττίων ὡσ ἀλλοτρίων ὅσον οὔπω γενησομένων κατεφρόνει, καὶ ἐσφορὰσ ἐπέβαλλεν αὐτοῖσ πάνυ πολλάσ, τάσ τε ὀχυρὰσ τῶν πόλεων μετῴκιζεν ἐσ τὰ πεδινὰ ὡσ βουλευούσασ ἀπόστασιν, πολλούσ τε τῶν ἀνδρῶν αἰτιώμενοσ διέφθειρεν, ἵνα τὰσ περιουσίασ αὐτῶν σφετερίζοιτο. (Appian, The Foreign Wars, chapter 8 7:4)
(아피아노스, The Foreign Wars, chapter 8 7:4)
파생어
- ἀνοικίζω (이주하다, 이민하다)
- ἀποικίζω (이주하다, 이민하다)
- διοικίζω (to cause to live apart)
- εἰσοικίζω (개척하다, 정착하다)
- ἐνοικίζω (개척하다, 정착하다)
- ἐξοικίζω (제거하다, 추방하다, 쫓아내다)
- κατοικίζω (심다, 뿌리다, ~에 접촉해 있다)
- οἰκίζω (제거하다, 치우다, 빼앗다)
- παρακατοικίζω (만들다, 하다, 제작하다)
- παροικίζω (to place near, to settle near, dwell among)
- συνοικίζω (주다, 연회를 베풀다, 혼을 불어넣다)