헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

μεθομιλέω

ε 축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: μεθομιλέω μεθομιλήσω

형태분석: μετ (접두사) + ὁμιλέ (어간) + ω (인칭어미)

  1. to hold converse with

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 μεθομιλῶ

μεθομιλεῖς

μεθομιλεῖ

쌍수 μεθομιλεῖτον

μεθομιλεῖτον

복수 μεθομιλοῦμεν

μεθομιλεῖτε

μεθομιλοῦσιν*

접속법단수 μεθομιλῶ

μεθομιλῇς

μεθομιλῇ

쌍수 μεθομιλῆτον

μεθομιλῆτον

복수 μεθομιλῶμεν

μεθομιλῆτε

μεθομιλῶσιν*

기원법단수 μεθομιλοῖμι

μεθομιλοῖς

μεθομιλοῖ

쌍수 μεθομιλοῖτον

μεθομιλοίτην

복수 μεθομιλοῖμεν

μεθομιλοῖτε

μεθομιλοῖεν

명령법단수 μεθομίλει

μεθομιλείτω

쌍수 μεθομιλεῖτον

μεθομιλείτων

복수 μεθομιλεῖτε

μεθομιλούντων, μεθομιλείτωσαν

부정사 μεθομιλεῖν

분사 남성여성중성
μεθομιλων

μεθομιλουντος

μεθομιλουσα

μεθομιλουσης

μεθομιλουν

μεθομιλουντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 μεθομιλοῦμαι

μεθομιλεῖ, μεθομιλῇ

μεθομιλεῖται

쌍수 μεθομιλεῖσθον

μεθομιλεῖσθον

복수 μεθομιλούμεθα

μεθομιλεῖσθε

μεθομιλοῦνται

접속법단수 μεθομιλῶμαι

μεθομιλῇ

μεθομιλῆται

쌍수 μεθομιλῆσθον

μεθομιλῆσθον

복수 μεθομιλώμεθα

μεθομιλῆσθε

μεθομιλῶνται

기원법단수 μεθομιλοίμην

μεθομιλοῖο

μεθομιλοῖτο

쌍수 μεθομιλοῖσθον

μεθομιλοίσθην

복수 μεθομιλοίμεθα

μεθομιλοῖσθε

μεθομιλοῖντο

명령법단수 μεθομιλοῦ

μεθομιλείσθω

쌍수 μεθομιλεῖσθον

μεθομιλείσθων

복수 μεθομιλεῖσθε

μεθομιλείσθων, μεθομιλείσθωσαν

부정사 μεθομιλεῖσθαι

분사 남성여성중성
μεθομιλουμενος

μεθομιλουμενου

μεθομιλουμενη

μεθομιλουμενης

μεθομιλουμενον

μεθομιλουμενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유의어

  1. to hold converse with

파생어

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION