헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

καταπέσσω

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: καταπέσσω καταπέψω

형태분석: κατα (접두사) + πέσς (어간) + ω (인칭어미)

  1. 나르다, 낳다, 맺다, 참다, 운반하다, 생산하다, 받다
  1. to boil down, to digest food, to digest, keep from rising, to bear, meekly

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 καταπέσσω

(나는) 나른다

καταπέσσεις

(너는) 나른다

καταπέσσει

(그는) 나른다

쌍수 καταπέσσετον

(너희 둘은) 나른다

καταπέσσετον

(그 둘은) 나른다

복수 καταπέσσομεν

(우리는) 나른다

καταπέσσετε

(너희는) 나른다

καταπέσσουσιν*

(그들은) 나른다

접속법단수 καταπέσσω

(나는) 나르자

καταπέσσῃς

(너는) 나르자

καταπέσσῃ

(그는) 나르자

쌍수 καταπέσσητον

(너희 둘은) 나르자

καταπέσσητον

(그 둘은) 나르자

복수 καταπέσσωμεν

(우리는) 나르자

καταπέσσητε

(너희는) 나르자

καταπέσσωσιν*

(그들은) 나르자

기원법단수 καταπέσσοιμι

(나는) 나르기를 (바라다)

καταπέσσοις

(너는) 나르기를 (바라다)

καταπέσσοι

(그는) 나르기를 (바라다)

쌍수 καταπέσσοιτον

(너희 둘은) 나르기를 (바라다)

καταπεσσοίτην

(그 둘은) 나르기를 (바라다)

복수 καταπέσσοιμεν

(우리는) 나르기를 (바라다)

καταπέσσοιτε

(너희는) 나르기를 (바라다)

καταπέσσοιεν

(그들은) 나르기를 (바라다)

명령법단수 καταπέσσε

(너는) 날라라

καταπεσσέτω

(그는) 날라라

쌍수 καταπέσσετον

(너희 둘은) 날라라

καταπεσσέτων

(그 둘은) 날라라

복수 καταπέσσετε

(너희는) 날라라

καταπεσσόντων, καταπεσσέτωσαν

(그들은) 날라라

부정사 καταπέσσειν

나르는 것

분사 남성여성중성
καταπεσσων

καταπεσσοντος

καταπεσσουσα

καταπεσσουσης

καταπεσσον

καταπεσσοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 καταπέσσομαι

(나는) 날러진다

καταπέσσει, καταπέσσῃ

(너는) 날러진다

καταπέσσεται

(그는) 날러진다

쌍수 καταπέσσεσθον

(너희 둘은) 날러진다

καταπέσσεσθον

(그 둘은) 날러진다

복수 καταπεσσόμεθα

(우리는) 날러진다

καταπέσσεσθε

(너희는) 날러진다

καταπέσσονται

(그들은) 날러진다

접속법단수 καταπέσσωμαι

(나는) 날러지자

καταπέσσῃ

(너는) 날러지자

καταπέσσηται

(그는) 날러지자

쌍수 καταπέσσησθον

(너희 둘은) 날러지자

καταπέσσησθον

(그 둘은) 날러지자

복수 καταπεσσώμεθα

(우리는) 날러지자

καταπέσσησθε

(너희는) 날러지자

καταπέσσωνται

(그들은) 날러지자

기원법단수 καταπεσσοίμην

(나는) 날러지기를 (바라다)

καταπέσσοιο

(너는) 날러지기를 (바라다)

καταπέσσοιτο

(그는) 날러지기를 (바라다)

쌍수 καταπέσσοισθον

(너희 둘은) 날러지기를 (바라다)

καταπεσσοίσθην

(그 둘은) 날러지기를 (바라다)

복수 καταπεσσοίμεθα

(우리는) 날러지기를 (바라다)

καταπέσσοισθε

(너희는) 날러지기를 (바라다)

καταπέσσοιντο

(그들은) 날러지기를 (바라다)

명령법단수 καταπέσσου

(너는) 날러져라

καταπεσσέσθω

(그는) 날러져라

쌍수 καταπέσσεσθον

(너희 둘은) 날러져라

καταπεσσέσθων

(그 둘은) 날러져라

복수 καταπέσσεσθε

(너희는) 날러져라

καταπεσσέσθων, καταπεσσέσθωσαν

(그들은) 날러져라

부정사 καταπέσσεσθαι

날러지는 것

분사 남성여성중성
καταπεσσομενος

καταπεσσομενου

καταπεσσομενη

καταπεσσομενης

καταπεσσομενον

καταπεσσομενου

미래 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 καταπέψω

(나는) 나르겠다

καταπέψεις

(너는) 나르겠다

καταπέψει

(그는) 나르겠다

쌍수 καταπέψετον

(너희 둘은) 나르겠다

καταπέψετον

(그 둘은) 나르겠다

복수 καταπέψομεν

(우리는) 나르겠다

καταπέψετε

(너희는) 나르겠다

καταπέψουσιν*

(그들은) 나르겠다

기원법단수 καταπέψοιμι

(나는) 나르겠기를 (바라다)

καταπέψοις

(너는) 나르겠기를 (바라다)

καταπέψοι

(그는) 나르겠기를 (바라다)

쌍수 καταπέψοιτον

(너희 둘은) 나르겠기를 (바라다)

καταπεψοίτην

(그 둘은) 나르겠기를 (바라다)

복수 καταπέψοιμεν

(우리는) 나르겠기를 (바라다)

καταπέψοιτε

(너희는) 나르겠기를 (바라다)

καταπέψοιεν

(그들은) 나르겠기를 (바라다)

부정사 καταπέψειν

나를 것

분사 남성여성중성
καταπεψων

καταπεψοντος

καταπεψουσα

καταπεψουσης

καταπεψον

καταπεψοντος

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 καταπέψομαι

(나는) 날러지겠다

καταπέψει, καταπέψῃ

(너는) 날러지겠다

καταπέψεται

(그는) 날러지겠다

쌍수 καταπέψεσθον

(너희 둘은) 날러지겠다

καταπέψεσθον

(그 둘은) 날러지겠다

복수 καταπεψόμεθα

(우리는) 날러지겠다

καταπέψεσθε

(너희는) 날러지겠다

καταπέψονται

(그들은) 날러지겠다

기원법단수 καταπεψοίμην

(나는) 날러지겠기를 (바라다)

καταπέψοιο

(너는) 날러지겠기를 (바라다)

καταπέψοιτο

(그는) 날러지겠기를 (바라다)

쌍수 καταπέψοισθον

(너희 둘은) 날러지겠기를 (바라다)

καταπεψοίσθην

(그 둘은) 날러지겠기를 (바라다)

복수 καταπεψοίμεθα

(우리는) 날러지겠기를 (바라다)

καταπέψοισθε

(너희는) 날러지겠기를 (바라다)

καταπέψοιντο

(그들은) 날러지겠기를 (바라다)

부정사 καταπέψεσθαι

날러질 것

분사 남성여성중성
καταπεψομενος

καταπεψομενου

καταπεψομενη

καταπεψομενης

καταπεψομενον

καταπεψομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 κατέπεσσον

(나는) 나르고 있었다

κατέπεσσες

(너는) 나르고 있었다

κατέπεσσεν*

(그는) 나르고 있었다

쌍수 κατεπέσσετον

(너희 둘은) 나르고 있었다

κατεπεσσέτην

(그 둘은) 나르고 있었다

복수 κατεπέσσομεν

(우리는) 나르고 있었다

κατεπέσσετε

(너희는) 나르고 있었다

κατέπεσσον

(그들은) 나르고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 κατεπεσσόμην

(나는) 날러지고 있었다

κατεπέσσου

(너는) 날러지고 있었다

κατεπέσσετο

(그는) 날러지고 있었다

쌍수 κατεπέσσεσθον

(너희 둘은) 날러지고 있었다

κατεπεσσέσθην

(그 둘은) 날러지고 있었다

복수 κατεπεσσόμεθα

(우리는) 날러지고 있었다

κατεπέσσεσθε

(너희는) 날러지고 있었다

κατεπέσσοντο

(그들은) 날러지고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • εἴ περ γάρ τε χόλον γε καὶ αὐτῆμαρ καταπέψῃ, ἀλλά τε καὶ μετόπισθεν ἔχει κότον, ὄφρα τελέσσῃ, ἐν στήθεσσιν ἑοῖσι· (Homer, Iliad, Book 1 10:9)

    (호메로스, 일리아스, Book 1 10:9)

  • εἴ περ γάρ τε χόλον γε καὶ αὐτῆμαρ καταπέψῃ, ἀλλά τε καὶ μετόπισθεν ἔχει κότον, ὄφρα τελέσσῃ. (Diogenes Laertius, Lives of Eminent Philosophers, ISTORIWN Z, Kef. a'. ZHNWN 114:2)

    (디오게네스 라에르티오스, Lives of Eminent Philosophers, ISTORIWN Z, Kef. a'. ZHNWN 114:2)

파생어

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION