- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

εὐκαμπής?

3군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: eukampēs 고전 발음: [깜뻬:] 신약 발음: [깜뻬]

기본형: εὐκαμπής εὐκαμπές

형태분석: εὐκαμπη (어간) + ς (어미)

어원: κάμπτω

  1. 구운, 굽은, 비뚤어진
  2. 나긋나긋한, 융통성이 있는, 유연한
  1. well-curved, curved
  2. easy to bend, flexible

곡용 정보

3군 변화
남/여성 중성
단수주격 εὐκαμπής

구운 (이)가

εὔκαμπες

구운 (것)가

속격 εὐκαμπούς

구운 (이)의

εὐκάμπους

구운 (것)의

여격 εὐκαμπεί

구운 (이)에게

εὐκάμπει

구운 (것)에게

대격 εὐκαμπή

구운 (이)를

εὔκαμπες

구운 (것)를

호격 εὐκαμπές

구운 (이)야

εὔκαμπες

구운 (것)야

쌍수주/대/호 εὐκαμπεί

구운 (이)들이

εὐκάμπει

구운 (것)들이

속/여 εὐκαμποίν

구운 (이)들의

εὐκάμποιν

구운 (것)들의

복수주격 εὐκαμπείς

구운 (이)들이

εὐκάμπη

구운 (것)들이

속격 εὐκαμπών

구운 (이)들의

εὐκάμπων

구운 (것)들의

여격 εὐκαμπέσι(ν)

구운 (이)들에게

εὐκάμπεσι(ν)

구운 (것)들에게

대격 εὐκαμπείς

구운 (이)들을

εὐκάμπη

구운 (것)들을

호격 εὐκαμπείς

구운 (이)들아

εὐκάμπη

구운 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὥσπερ οὖν τὸν ἥλιον οἱ μαθηματικοὶ λέγουσι μήτε τὴν αὐτὴν τῷ οὐρανῷ φερόμενον φοράν μήτε ἄντικρυς ἐναντίαν καὶ ἀντιβατικήν, ἀλλὰ λοξῷ καὶ παρεγκεκλιμένῳ πορείας σχήματι χρώμενον ὑγρὰν καὶ εὐκαμπῆ καὶ περιελιττομένην ἕλικα ποιεῖν, ᾗ σῴζεται πάντα καὶ λαμβάνει τὴν ἀρίστην κρᾶσιν, οὕτως ἄρα τῆς πολιτείας ὁ μὲν ὄρθιος ἄγαν καὶ πρὸς ἅπαντα τοῖς δημοσίοις ἀντιβαίνων τόνος ἀπηνὴς καὶ σκληρός, ὥσπερ αὖ πάλιν ἐπισφαλὲς καὶ κάταντες τὸ συνεφελκόμενον οἷς ἁμαρτάνουσιν οἱ πολλοὶ καὶ συνεπιρρέπον, ἡ δὲ ἀνθυπείκουσα πειθομένοις καὶ διδοῦσα τὸ πρὸς χάριν, εἶτα ἀπαιτοῦσα τὸ συμφέρον ἐπιστασία καὶ κυβέρνησις ἀνθρώπων πολλὰ πρᾴως καὶ χρησίμως ὑπουργούντων, εἰ μὴ πάντα δεσποτικῶς καὶ βιαίως ἄγοιντο, σωτήριος, ἐργώδης δὲ καὶ χαλεπὴ καὶ τὸ σεμνὸν ἔχουσα τῷ ἐπιεικεῖ δύσμικτον: (Plutarch, chapter 2 4:1)

    (플루타르코스, chapter 2 4:1)

  • ὡς δ ὁπότ ἀμφ οὔροισιν ἐγειρομένου πολέμοιο, δείσας γειομόρος, μή οἱ προτάμωνται ἀρούρας, ἁρ´πην εὐκαμπῆ νεοθηγέα χερσὶ μεμαρπὼς ὠμὸν ἐπισπεύδων κείρει στάχυν, οὐδὲ βολῇσιν μίμνει ἐς ὡραίην τερσήμεναι ἠελίοιο: (Apollodorus, Argonautica, book 3 21:73)

    (아폴로도로스, 아르고나우티카, book 3 21:73)

유의어

  1. 구운

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION