- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐλευθερόω?

ο 축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: eleutheroō 고전 발음: [엘레테로오:] 신약 발음: [앨레태로오]

기본형: ἐλευθερόω

형태분석: ἐλευθερό (어간) + ω (인칭어미)

  1. 지다, 심다, 맞추다, 분명하다, 넘어가다, 기울다, 자리잡다, 두다, 놓다, 깨끗이하다, 명백하다
  1. to free, set free, to set, free, clear, keeps, free, to free from blame, acquit, to be set free
  2. to set free, loose or release from

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐλευθέρω

(나는) 진다

ἐλευθέροις

(너는) 진다

ἐλευθέροι

(그는) 진다

쌍수 ἐλευθέρουτον

(너희 둘은) 진다

ἐλευθέρουτον

(그 둘은) 진다

복수 ἐλευθέρουμεν

(우리는) 진다

ἐλευθέρουτε

(너희는) 진다

ἐλευθέρουσι(ν)

(그들은) 진다

접속법단수 ἐλευθέρω

(나는) 지자

ἐλευθέροις

(너는) 지자

ἐλευθέροι

(그는) 지자

쌍수 ἐλευθέρωτον

(너희 둘은) 지자

ἐλευθέρωτον

(그 둘은) 지자

복수 ἐλευθέρωμεν

(우리는) 지자

ἐλευθέρωτε

(너희는) 지자

ἐλευθέρωσι(ν)

(그들은) 지자

기원법단수 ἐλευθέροιμι

(나는) 지기를 (바라다)

ἐλευθέροις

(너는) 지기를 (바라다)

ἐλευθέροι

(그는) 지기를 (바라다)

쌍수 ἐλευθέροιτον

(너희 둘은) 지기를 (바라다)

ἐλευθεροίτην

(그 둘은) 지기를 (바라다)

복수 ἐλευθέροιμεν

(우리는) 지기를 (바라다)

ἐλευθέροιτε

(너희는) 지기를 (바라다)

ἐλευθέροιεν

(그들은) 지기를 (바라다)

명령법단수 ἐλευθε῀ρου

(너는) 져라

ἐλευθεροῦτω

(그는) 져라

쌍수 ἐλευθέρουτον

(너희 둘은) 져라

ἐλευθεροῦτων

(그 둘은) 져라

복수 ἐλευθέρουτε

(너희는) 져라

ἐλευθεροῦντων, ἐλευθεροῦτωσαν

(그들은) 져라

부정사 ἐλευθέρουν

지는 것

분사 남성여성중성
ἐλευθερων

ἐλευθερουντος

ἐλευθερουσα

ἐλευθερουσης

ἐλευθερουν

ἐλευθερουντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐλευθέρουμαι

ἐλευθέροι

ἐλευθέρουται

쌍수 ἐλευθέρουσθον

ἐλευθέρουσθον

복수 ἐλευθεροῦμεθα

ἐλευθέρουσθε

ἐλευθέρουνται

접속법단수 ἐλευθέρωμαι

ἐλευθέροι

ἐλευθέρωται

쌍수 ἐλευθέρωσθον

ἐλευθέρωσθον

복수 ἐλευθερώμεθα

ἐλευθέρωσθε

ἐλευθέρωνται

기원법단수 ἐλευθεροίμην

ἐλευθέροιο

ἐλευθέροιτο

쌍수 ἐλευθέροισθον

ἐλευθεροίσθην

복수 ἐλευθεροίμεθα

ἐλευθέροισθε

ἐλευθέροιντο

명령법단수 ἐλευθέρου

ἐλευθεροῦσθω

쌍수 ἐλευθέρουσθον

ἐλευθεροῦσθων

복수 ἐλευθέρουσθε

ἐλευθεροῦσθων, ἐλευθεροῦσθωσαν

부정사 ἐλευθέρουσθαι

분사 남성여성중성
ἐλευθερουμενος

ἐλευθερουμενου

ἐλευθερουμενη

ἐλευθερουμενης

ἐλευθερουμενον

ἐλευθερουμενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἠλευθε῀ρουν

(나는) 지고 있었다

ἠλευθε῀ρους

(너는) 지고 있었다

ἠλευθε῀ρου(ν)

(그는) 지고 있었다

쌍수 ἠλευθέρουτον

(너희 둘은) 지고 있었다

ἠλευθεροῦτην

(그 둘은) 지고 있었다

복수 ἠλευθέρουμεν

(우리는) 지고 있었다

ἠλευθέρουτε

(너희는) 지고 있었다

ἠλευθε῀ρουν

(그들은) 지고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἠλευθεροῦμην

ἠλευθέρου

ἠλευθέρουτο

쌍수 ἠλευθέρουσθον

ἠλευθεροῦσθην

복수 ἠλευθεροῦμεθα

ἠλευθέρουσθε

ἠλευθέρουντο

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • α χάρις καὶ φιλία ἐλευθεροῖ, ἃς τήρησον σεαυτῷ, ἵνα μὴ ἐπονείδιστος γένῃ, ἀλλὰ φύλαξον τὰς ὁδούς σου εὐσυναλλάκτως. (Septuagint, Liber Proverbiorum 25:11)

    (70인역 성경, 잠언 25:11)

  • καὶ ὅτε Φιλοποίμην ἀμηχανῶν τοῖς ἑαυτοῦ πολίταις ἀμύνειν πολεμουμένοις εἰς Κρήτην ἀπῆρε, τότε νικήσας Τίτος ἐν μέσῃ τῇ Ἑλλάδι Φίλιππον ἠλευθέρου καὶ τὰ ἔθνη καὶ πόλεις ἁπάσας, εἰ δέ τις ἐξετάζοι τὰς μάχας ἑκατέρου, πλείους Ἕλληνας Φιλοποίμην Ἀχαιῶν στρατηγῶν ἢ Μακεδόνας Τίτος Ἕλλησι βοηθῶν ἀνεῖλε. (Plutarch, Comparison of Philopoemen and Titus, chapter 1 1:3)

    (플루타르코스, Comparison of Philopoemen and Titus, chapter 1 1:3)

  • ἀλλ ἐν ᾧ Τιμόθεος Εὔβοιαν ἠλευθέρου καὶ Χαβρίας περὶ Νάξον ἐναυμάχει καὶ περὶ Λέχαιον Ἰφικράτης κατέκοπτε τὴν Λακεδαιμονίων μόραν, καὶ πᾶσαν ἐλευθερώσας πόλιν ὁ δῆμος ἰσόψηφον αὐτοῖς τὴν Ἑλλάδα κατέστησεν, οἴκοι καθῆστο βιβλίον ἀναπλάττων τοῖς ὀνόμασιν, ὅσῳ χρόνῳ τὰ προπύλαια Περικλῆς ἀνέστησε καὶ τοὺς ἑκατομπέδους. (Plutarch, De gloria Atheniensium, section 8 4:1)

    (플루타르코스, De gloria Atheniensium, section 8 4:1)

  • ἡ δὲ Πυθία προέφερεν αἰεὶ τοῖς Λακεδαιμονίοις χρηστηριαζομένοις ἐλευθεροῦν τὰς Ἀθήνας, εἰς τοῦθ ἑώς προύτρεψε τοὺς Σπαρτιάτας, καίπερ ὄντων ξένων αὐτοῖς τῶν Πεισιστρατιδῶν: (Aristotle, Athenian Constitution, work Ath. Pol., chapter 19 4:2)

    (아리스토텔레스, 아테네인들의 정치체제, work Ath. Pol., chapter 19 4:2)

  • ἀλλὰ Ταρρίας μὲν ὅτε τῶν χρεῶν ἠλευθέρου Μακεδόνας Ἀλέξανδρος καὶ διελύετο τοῖς δανείσασιν ὑπὲρ πάντων, ψευσάμενος ὀφείλειν καὶ δανειστήν τινα φάσκοντα εἶναι τῇ τραπέζῃ προσαγαγών, εἶτα φωραθείς, ὀλίγου διέφθειρεν αὐτὸς ἑαυτόν: (Plutarch, De Alexandri magni fortuna aut virtute, chapter 2, section 7 8:1)

    (플루타르코스, De Alexandri magni fortuna aut virtute, chapter 2, section 7 8:1)

유의어

  1. to set free

파생어

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION