헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

διαρμόζω

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: διαρμόζω διαρμόσω

형태분석: δι (접두사) + ἁρμόζ (어간) + ω (인칭어미)

  1. 배치하다, 할당하다, 배급하다
  1. to distribute in various places, dispose

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διαρμόζω

(나는) 배치한다

διαρμόζεις

(너는) 배치한다

διαρμόζει

(그는) 배치한다

쌍수 διαρμόζετον

(너희 둘은) 배치한다

διαρμόζετον

(그 둘은) 배치한다

복수 διαρμόζομεν

(우리는) 배치한다

διαρμόζετε

(너희는) 배치한다

διαρμόζουσιν*

(그들은) 배치한다

접속법단수 διαρμόζω

(나는) 배치하자

διαρμόζῃς

(너는) 배치하자

διαρμόζῃ

(그는) 배치하자

쌍수 διαρμόζητον

(너희 둘은) 배치하자

διαρμόζητον

(그 둘은) 배치하자

복수 διαρμόζωμεν

(우리는) 배치하자

διαρμόζητε

(너희는) 배치하자

διαρμόζωσιν*

(그들은) 배치하자

기원법단수 διαρμόζοιμι

(나는) 배치하기를 (바라다)

διαρμόζοις

(너는) 배치하기를 (바라다)

διαρμόζοι

(그는) 배치하기를 (바라다)

쌍수 διαρμόζοιτον

(너희 둘은) 배치하기를 (바라다)

διαρμοζοίτην

(그 둘은) 배치하기를 (바라다)

복수 διαρμόζοιμεν

(우리는) 배치하기를 (바라다)

διαρμόζοιτε

(너희는) 배치하기를 (바라다)

διαρμόζοιεν

(그들은) 배치하기를 (바라다)

명령법단수 διάρμοζε

(너는) 배치해라

διαρμοζέτω

(그는) 배치해라

쌍수 διαρμόζετον

(너희 둘은) 배치해라

διαρμοζέτων

(그 둘은) 배치해라

복수 διαρμόζετε

(너희는) 배치해라

διαρμοζόντων, διαρμοζέτωσαν

(그들은) 배치해라

부정사 διαρμόζειν

배치하는 것

분사 남성여성중성
διαρμοζων

διαρμοζοντος

διαρμοζουσα

διαρμοζουσης

διαρμοζον

διαρμοζοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διαρμόζομαι

(나는) 배치된다

διαρμόζει, διαρμόζῃ

(너는) 배치된다

διαρμόζεται

(그는) 배치된다

쌍수 διαρμόζεσθον

(너희 둘은) 배치된다

διαρμόζεσθον

(그 둘은) 배치된다

복수 διαρμοζόμεθα

(우리는) 배치된다

διαρμόζεσθε

(너희는) 배치된다

διαρμόζονται

(그들은) 배치된다

접속법단수 διαρμόζωμαι

(나는) 배치되자

διαρμόζῃ

(너는) 배치되자

διαρμόζηται

(그는) 배치되자

쌍수 διαρμόζησθον

(너희 둘은) 배치되자

διαρμόζησθον

(그 둘은) 배치되자

복수 διαρμοζώμεθα

(우리는) 배치되자

διαρμόζησθε

(너희는) 배치되자

διαρμόζωνται

(그들은) 배치되자

기원법단수 διαρμοζοίμην

(나는) 배치되기를 (바라다)

διαρμόζοιο

(너는) 배치되기를 (바라다)

διαρμόζοιτο

(그는) 배치되기를 (바라다)

쌍수 διαρμόζοισθον

(너희 둘은) 배치되기를 (바라다)

διαρμοζοίσθην

(그 둘은) 배치되기를 (바라다)

복수 διαρμοζοίμεθα

(우리는) 배치되기를 (바라다)

διαρμόζοισθε

(너희는) 배치되기를 (바라다)

διαρμόζοιντο

(그들은) 배치되기를 (바라다)

명령법단수 διαρμόζου

(너는) 배치되어라

διαρμοζέσθω

(그는) 배치되어라

쌍수 διαρμόζεσθον

(너희 둘은) 배치되어라

διαρμοζέσθων

(그 둘은) 배치되어라

복수 διαρμόζεσθε

(너희는) 배치되어라

διαρμοζέσθων, διαρμοζέσθωσαν

(그들은) 배치되어라

부정사 διαρμόζεσθαι

배치되는 것

분사 남성여성중성
διαρμοζομενος

διαρμοζομενου

διαρμοζομενη

διαρμοζομενης

διαρμοζομενον

διαρμοζομενου

미래 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διαρμόσω

(나는) 배치하겠다

διαρμόσεις

(너는) 배치하겠다

διαρμόσει

(그는) 배치하겠다

쌍수 διαρμόσετον

(너희 둘은) 배치하겠다

διαρμόσετον

(그 둘은) 배치하겠다

복수 διαρμόσομεν

(우리는) 배치하겠다

διαρμόσετε

(너희는) 배치하겠다

διαρμόσουσιν*

(그들은) 배치하겠다

기원법단수 διαρμόσοιμι

(나는) 배치하겠기를 (바라다)

διαρμόσοις

(너는) 배치하겠기를 (바라다)

διαρμόσοι

(그는) 배치하겠기를 (바라다)

쌍수 διαρμόσοιτον

(너희 둘은) 배치하겠기를 (바라다)

διαρμοσοίτην

(그 둘은) 배치하겠기를 (바라다)

복수 διαρμόσοιμεν

(우리는) 배치하겠기를 (바라다)

διαρμόσοιτε

(너희는) 배치하겠기를 (바라다)

διαρμόσοιεν

(그들은) 배치하겠기를 (바라다)

부정사 διαρμόσειν

배치할 것

분사 남성여성중성
διαρμοσων

διαρμοσοντος

διαρμοσουσα

διαρμοσουσης

διαρμοσον

διαρμοσοντος

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διαρμόσομαι

(나는) 배치되겠다

διαρμόσει, διαρμόσῃ

(너는) 배치되겠다

διαρμόσεται

(그는) 배치되겠다

쌍수 διαρμόσεσθον

(너희 둘은) 배치되겠다

διαρμόσεσθον

(그 둘은) 배치되겠다

복수 διαρμοσόμεθα

(우리는) 배치되겠다

διαρμόσεσθε

(너희는) 배치되겠다

διαρμόσονται

(그들은) 배치되겠다

기원법단수 διαρμοσοίμην

(나는) 배치되겠기를 (바라다)

διαρμόσοιο

(너는) 배치되겠기를 (바라다)

διαρμόσοιτο

(그는) 배치되겠기를 (바라다)

쌍수 διαρμόσοισθον

(너희 둘은) 배치되겠기를 (바라다)

διαρμοσοίσθην

(그 둘은) 배치되겠기를 (바라다)

복수 διαρμοσοίμεθα

(우리는) 배치되겠기를 (바라다)

διαρμόσοισθε

(너희는) 배치되겠기를 (바라다)

διαρμόσοιντο

(그들은) 배치되겠기를 (바라다)

부정사 διαρμόσεσθαι

배치될 것

분사 남성여성중성
διαρμοσομενος

διαρμοσομενου

διαρμοσομενη

διαρμοσομενης

διαρμοσομενον

διαρμοσομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διῆρμοζον

(나는) 배치하고 있었다

διῆρμοζες

(너는) 배치하고 있었다

διῆρμοζεν*

(그는) 배치하고 있었다

쌍수 διήρμοζετον

(너희 둘은) 배치하고 있었다

διηρμο͂ζετην

(그 둘은) 배치하고 있었다

복수 διήρμοζομεν

(우리는) 배치하고 있었다

διήρμοζετε

(너희는) 배치하고 있었다

διῆρμοζον

(그들은) 배치하고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διηρμο͂ζομην

(나는) 배치되고 있었다

διήρμοζου

(너는) 배치되고 있었다

διήρμοζετο

(그는) 배치되고 있었다

쌍수 διήρμοζεσθον

(너희 둘은) 배치되고 있었다

διηρμο͂ζεσθην

(그 둘은) 배치되고 있었다

복수 διηρμο͂ζομεθα

(우리는) 배치되고 있었다

διήρμοζεσθε

(너희는) 배치되고 있었다

διήρμοζοντο

(그들은) 배치되고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION