헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

διαπεραιόω

ο 축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: διαπεραιόω διαπεραιώσω

형태분석: δια (접두사) + περαιό (어간) + ω (인칭어미)

  1. 가로지르다, 횡단하다
  1. to take across, ferry over, to go across, were unsheathed

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διαπεραίω

(나는) 가로지른다

διαπεραίοις

(너는) 가로지른다

διαπεραίοι

(그는) 가로지른다

쌍수 διαπεραίουτον

(너희 둘은) 가로지른다

διαπεραίουτον

(그 둘은) 가로지른다

복수 διαπεραίουμεν

(우리는) 가로지른다

διαπεραίουτε

(너희는) 가로지른다

διαπεραίουσιν*

(그들은) 가로지른다

접속법단수 διαπεραίω

(나는) 가로지르자

διαπεραίοις

(너는) 가로지르자

διαπεραίοι

(그는) 가로지르자

쌍수 διαπεραίωτον

(너희 둘은) 가로지르자

διαπεραίωτον

(그 둘은) 가로지르자

복수 διαπεραίωμεν

(우리는) 가로지르자

διαπεραίωτε

(너희는) 가로지르자

διαπεραίωσιν*

(그들은) 가로지르자

기원법단수 διαπεραίοιμι

(나는) 가로지르기를 (바라다)

διαπεραίοις

(너는) 가로지르기를 (바라다)

διαπεραίοι

(그는) 가로지르기를 (바라다)

쌍수 διαπεραίοιτον

(너희 둘은) 가로지르기를 (바라다)

διαπεραιοίτην

(그 둘은) 가로지르기를 (바라다)

복수 διαπεραίοιμεν

(우리는) 가로지르기를 (바라다)

διαπεραίοιτε

(너희는) 가로지르기를 (바라다)

διαπεραίοιεν

(그들은) 가로지르기를 (바라다)

명령법단수 διαπεραῖου

(너는) 가로질러라

διαπεραιοῦτω

(그는) 가로질러라

쌍수 διαπεραίουτον

(너희 둘은) 가로질러라

διαπεραιοῦτων

(그 둘은) 가로질러라

복수 διαπεραίουτε

(너희는) 가로질러라

διαπεραιοῦντων, διαπεραιοῦτωσαν

(그들은) 가로질러라

부정사 διαπεραίουν

가로지르는 것

분사 남성여성중성
διαπεραιων

διαπεραιουντος

διαπεραιουσα

διαπεραιουσης

διαπεραιουν

διαπεραιουντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διαπεραίουμαι

(나는) 가로질러진다

διαπεραίοι

(너는) 가로질러진다

διαπεραίουται

(그는) 가로질러진다

쌍수 διαπεραίουσθον

(너희 둘은) 가로질러진다

διαπεραίουσθον

(그 둘은) 가로질러진다

복수 διαπεραιοῦμεθα

(우리는) 가로질러진다

διαπεραίουσθε

(너희는) 가로질러진다

διαπεραίουνται

(그들은) 가로질러진다

접속법단수 διαπεραίωμαι

(나는) 가로질러지자

διαπεραίοι

(너는) 가로질러지자

διαπεραίωται

(그는) 가로질러지자

쌍수 διαπεραίωσθον

(너희 둘은) 가로질러지자

διαπεραίωσθον

(그 둘은) 가로질러지자

복수 διαπεραιώμεθα

(우리는) 가로질러지자

διαπεραίωσθε

(너희는) 가로질러지자

διαπεραίωνται

(그들은) 가로질러지자

기원법단수 διαπεραιοίμην

(나는) 가로질러지기를 (바라다)

διαπεραίοιο

(너는) 가로질러지기를 (바라다)

διαπεραίοιτο

(그는) 가로질러지기를 (바라다)

쌍수 διαπεραίοισθον

(너희 둘은) 가로질러지기를 (바라다)

διαπεραιοίσθην

(그 둘은) 가로질러지기를 (바라다)

복수 διαπεραιοίμεθα

(우리는) 가로질러지기를 (바라다)

διαπεραίοισθε

(너희는) 가로질러지기를 (바라다)

διαπεραίοιντο

(그들은) 가로질러지기를 (바라다)

명령법단수 διαπεραίου

(너는) 가로질러져라

διαπεραιοῦσθω

(그는) 가로질러져라

쌍수 διαπεραίουσθον

(너희 둘은) 가로질러져라

διαπεραιοῦσθων

(그 둘은) 가로질러져라

복수 διαπεραίουσθε

(너희는) 가로질러져라

διαπεραιοῦσθων, διαπεραιοῦσθωσαν

(그들은) 가로질러져라

부정사 διαπεραίουσθαι

가로질러지는 것

분사 남성여성중성
διαπεραιουμενος

διαπεραιουμενου

διαπεραιουμενη

διαπεραιουμενης

διαπεραιουμενον

διαπεραιουμενου

미래 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διαπεραιώσω

(나는) 가로지르겠다

διαπεραιώσεις

(너는) 가로지르겠다

διαπεραιώσει

(그는) 가로지르겠다

쌍수 διαπεραιώσετον

(너희 둘은) 가로지르겠다

διαπεραιώσετον

(그 둘은) 가로지르겠다

복수 διαπεραιώσομεν

(우리는) 가로지르겠다

διαπεραιώσετε

(너희는) 가로지르겠다

διαπεραιώσουσιν*

(그들은) 가로지르겠다

기원법단수 διαπεραιώσοιμι

(나는) 가로지르겠기를 (바라다)

διαπεραιώσοις

(너는) 가로지르겠기를 (바라다)

διαπεραιώσοι

(그는) 가로지르겠기를 (바라다)

쌍수 διαπεραιώσοιτον

(너희 둘은) 가로지르겠기를 (바라다)

διαπεραιωσοίτην

(그 둘은) 가로지르겠기를 (바라다)

복수 διαπεραιώσοιμεν

(우리는) 가로지르겠기를 (바라다)

διαπεραιώσοιτε

(너희는) 가로지르겠기를 (바라다)

διαπεραιώσοιεν

(그들은) 가로지르겠기를 (바라다)

부정사 διαπεραιώσειν

가로지를 것

분사 남성여성중성
διαπεραιωσων

διαπεραιωσοντος

διαπεραιωσουσα

διαπεραιωσουσης

διαπεραιωσον

διαπεραιωσοντος

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διαπεραιώσομαι

(나는) 가로질러지겠다

διαπεραιώσει, διαπεραιώσῃ

(너는) 가로질러지겠다

διαπεραιώσεται

(그는) 가로질러지겠다

쌍수 διαπεραιώσεσθον

(너희 둘은) 가로질러지겠다

διαπεραιώσεσθον

(그 둘은) 가로질러지겠다

복수 διαπεραιωσόμεθα

(우리는) 가로질러지겠다

διαπεραιώσεσθε

(너희는) 가로질러지겠다

διαπεραιώσονται

(그들은) 가로질러지겠다

기원법단수 διαπεραιωσοίμην

(나는) 가로질러지겠기를 (바라다)

διαπεραιώσοιο

(너는) 가로질러지겠기를 (바라다)

διαπεραιώσοιτο

(그는) 가로질러지겠기를 (바라다)

쌍수 διαπεραιώσοισθον

(너희 둘은) 가로질러지겠기를 (바라다)

διαπεραιωσοίσθην

(그 둘은) 가로질러지겠기를 (바라다)

복수 διαπεραιωσοίμεθα

(우리는) 가로질러지겠기를 (바라다)

διαπεραιώσοισθε

(너희는) 가로질러지겠기를 (바라다)

διαπεραιώσοιντο

(그들은) 가로질러지겠기를 (바라다)

부정사 διαπεραιώσεσθαι

가로질러질 것

분사 남성여성중성
διαπεραιωσομενος

διαπεραιωσομενου

διαπεραιωσομενη

διαπεραιωσομενης

διαπεραιωσομενον

διαπεραιωσομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διεπεραῖουν

(나는) 가로지르고 있었다

διεπεραῖους

(너는) 가로지르고 있었다

διεπεραῖουν*

(그는) 가로지르고 있었다

쌍수 διεπεραίουτον

(너희 둘은) 가로지르고 있었다

διεπεραιοῦτην

(그 둘은) 가로지르고 있었다

복수 διεπεραίουμεν

(우리는) 가로지르고 있었다

διεπεραίουτε

(너희는) 가로지르고 있었다

διεπεραῖουν

(그들은) 가로지르고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διεπεραιοῦμην

(나는) 가로질러지고 있었다

διεπεραίου

(너는) 가로질러지고 있었다

διεπεραίουτο

(그는) 가로질러지고 있었다

쌍수 διεπεραίουσθον

(너희 둘은) 가로질러지고 있었다

διεπεραιοῦσθην

(그 둘은) 가로질러지고 있었다

복수 διεπεραιοῦμεθα

(우리는) 가로질러지고 있었다

διεπεραίουσθε

(너희는) 가로질러지고 있었다

διεπεραίουντο

(그들은) 가로질러지고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ τὸν εἰσ τὴν ἀκτὴν διαγαγόντα αὐτὴν διαπεραιοῦν. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 19 2:2)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 19 2:2)

  • καλεῖται δὲ νῦν ὁ τόποσ Βήλαβρον, ὅτι τοῦ ποταμοῦ πολλάκισ ὑπερχεομένου διεπεραιοῦντο πορθμείοισ κατὰ τοῦτο τὸ χωρίον εἰσ ἀγοράν· (Plutarch, chapter 5 5:1)

    (플루타르코스, chapter 5 5:1)

  • μέλλοντοσ δὲ τοὺσ στρατιώτασ διαπεραιοῦν, καὶ δεδιότοσ μὴ τῆσ Ἰταλίασ ἐπιλαβόμενοι κατὰ πόλεισ ἕκαστοι διαρρυῶσι, πρῶτον μὲν ὤμοσαν ἀφ’ αὑτῶν παραμενεῖν καὶ μηδὲν ἑκουσίωσ κακουργήσειν τὴν Ἰταλίαν, ἔπειτα χρημάτων δεόμενον πολλῶν ὁρῶντεσ, ἀπήρχοντο καὶ συνεισέφερον ὡσ ἕκαστοσ εἶχεν εὐπορίασ. (Plutarch, Sulla, chapter 27 3:1)

    (플루타르코스, Sulla, chapter 27 3:1)

  • ὅσοι μὲν οὖν ἐρρωμενέστατοί τε αὐτῶν ἦσαν καὶ ἥκιστα ὑπὸ τραυμάτων βαρυνόμενοι νεῖν τε οὐκ ἀδύνατοι δίχα τῶν ὅπλων τὸ ῥεῖθρον διεπεραιοῦντο, ὅσοι δὲ τούτων τινὸσ ἐνέλιπον ἐν ταῖσ δίναισ ἀπέθνησκον· (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, book 3, chapter 25 6:1)

    (디오니시오스, Antiquitates Romanae, book 3, chapter 25 6:1)

  • ὁ δὲ Ξενοίτασ, ὑπολαβὼν πεφευγέναι τὸν Μόλωνα καταπεπληγμένον τὴν ἔφοδον αὐτοῦ καὶ διαπιστοῦντα ταῖσ ἰδίαισ αὑτοῦ δυνάμεσι, τὸ μὲν πρῶτον ἐπιστρατοπεδεύσασ κατελάβετο τὴν τῶν πολεμίων παρεμβολήν, καὶ διεπεραίου πρὸσ αὑτὸν τοὺσ ἰδίουσ ἱππεῖσ καὶ τὰσ τούτων ἀποσκευὰσ ἐκ τῆσ Ζεύξιδοσ παρεμβολῆσ· (Polybius, Histories, book 5, chapter 47 5:1)

    (폴리비오스, Histories, book 5, chapter 47 5:1)

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION