헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

διακελεύομαι

비축약 동사; 이상동사 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: διακελεύομαι

형태분석: δια (접두사) + κελεύ (어간) + ομαι (인칭어미)

  1. 지시하다, 명령하다, 관리하다, 통치하다
  1. to exhort, give orders, direct
  2. to encourage one another

활용 정보

현재 시제

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διακελεύομαι

(나는) 지시한다

διακελεύει, διακελεύῃ

(너는) 지시한다

διακελεύεται

(그는) 지시한다

쌍수 διακελεύεσθον

(너희 둘은) 지시한다

διακελεύεσθον

(그 둘은) 지시한다

복수 διακελευόμεθα

(우리는) 지시한다

διακελεύεσθε

(너희는) 지시한다

διακελεύονται

(그들은) 지시한다

접속법단수 διακελεύωμαι

(나는) 지시하자

διακελεύῃ

(너는) 지시하자

διακελεύηται

(그는) 지시하자

쌍수 διακελεύησθον

(너희 둘은) 지시하자

διακελεύησθον

(그 둘은) 지시하자

복수 διακελευώμεθα

(우리는) 지시하자

διακελεύησθε

(너희는) 지시하자

διακελεύωνται

(그들은) 지시하자

기원법단수 διακελευοίμην

(나는) 지시하기를 (바라다)

διακελεύοιο

(너는) 지시하기를 (바라다)

διακελεύοιτο

(그는) 지시하기를 (바라다)

쌍수 διακελεύοισθον

(너희 둘은) 지시하기를 (바라다)

διακελευοίσθην

(그 둘은) 지시하기를 (바라다)

복수 διακελευοίμεθα

(우리는) 지시하기를 (바라다)

διακελεύοισθε

(너희는) 지시하기를 (바라다)

διακελεύοιντο

(그들은) 지시하기를 (바라다)

명령법단수 διακελεύου

(너는) 지시해라

διακελευέσθω

(그는) 지시해라

쌍수 διακελεύεσθον

(너희 둘은) 지시해라

διακελευέσθων

(그 둘은) 지시해라

복수 διακελεύεσθε

(너희는) 지시해라

διακελευέσθων, διακελευέσθωσαν

(그들은) 지시해라

부정사 διακελεύεσθαι

지시하는 것

분사 남성여성중성
διακελευομενος

διακελευομενου

διακελευομενη

διακελευομενης

διακελευομενον

διακελευομενου

미완료(Imperfect) 시제

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διεκελευόμην

(나는) 지시하고 있었다

διεκελεύου

(너는) 지시하고 있었다

διεκελεύετο

(그는) 지시하고 있었다

쌍수 διεκελεύεσθον

(너희 둘은) 지시하고 있었다

διεκελευέσθην

(그 둘은) 지시하고 있었다

복수 διεκελευόμεθα

(우리는) 지시하고 있었다

διεκελεύεσθε

(너희는) 지시하고 있었다

διεκελεύοντο

(그들은) 지시하고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οὕτωσ ἄτρεπτοσ ἦν καὶ ἀνάλωτοσ ὑπὸ τῶν τοιούτων καὶ κρατῶν ἐκείνησ τῆσ παραινέσεωσ, ἣν ὁ Ἀντισθένειοσ Ἡρακλῆσ παρῄνει, τοῖσ παισὶ διακελευόμενοσ μηδενὶ χάριν ἔχειν ἐπαινοῦντι αὐτούσ· (Plutarch, De vitioso pudore, section 18 11:3)

    (플루타르코스, De vitioso pudore, section 18 11:3)

  • "φέρε, εἰ διανοεῖται τούτων μηδὲν ποιεῖν Διονύσιοσ ὧν φησιν, ἀπελθόντοσ δ’ ἐμοῦ ἐὰν ἐπιστέλλῃ Δίωνι πιθανῶσ, αὐτόσ τε καὶ ἄλλοισ πολλοῖσ τῶν αὐτοῦ διακελευόμενοσ, ἃ νῦν πρὸσ ἐμὲ λέγει, ὡσ αὐτοῦ μὲν ἐθέλοντοσ, ἐμοῦ δὲ οὐκ ἐθελήσαντοσ ἃ προυκαλεῖτό με δρᾶν, ἀλλ’ ὀλιγωρήσαντοσ τῶν ἐκείνου τὸ παράπαν πραγμάτων, πρὸσ δὲ καὶ τούτοισιν ἔτι μηδ’ ἐθέλῃ με ἐκπέμπειν, αὐτὸσ τῶν ναυκλήρων μηδενὶ προστάττων, ἐνδείξηται δὲ πᾶσιν ῥᾳδίωσ ὡσ ἀβουλῶν ἐμὲ ἐκπλεῖν, ἆρά τισ ἐθελήσει με ἄγειν ναύτην ὁρμώμενον ἐκ τῆσ Διονυσίου οἰκίασ; (Plato, Epistles, Letter 7 151:1)

    (플라톤, Epistles, Letter 7 151:1)

  • συνελθόντων δὲ τῶν πολιτῶν πρῶτοσ ἰδιώτησ ἀνὴρ εἶπεν ἐν δήμῳ τότε Γάιοσ Μινούκιοσ, τῷ τε Βρούτῳ διακελευόμενοσ καὶ τοῖσ Ῥωμαίοισ π· (Plutarch, Publicola, chapter 3 2:1)

    (플루타르코스, Publicola, chapter 3 2:1)

  • ἐν τούτῳ δὲ Παρμενίων ἔπεμψεν ἐπιστολὴν ἀπὸ στρατοπέδου, διακελευόμενοσ αὐτῷ φυλάξασθαι τὸν Φίλιππον ὡσ ὑπὸ Δαρείου πεπεισμένον ἐπὶ δωρεαῖσ μεγάλαισ καὶ γάμῳ θυγατρὸσ ἀνελεῖν Ἀλέξανδρον. (Plutarch, Alexander, chapter 19 3:1)

    (플루타르코스, Alexander, chapter 19 3:1)

  • τοὺσ γὰρ ἱππεῖσ ἀνακαλούμενοσ ἐκ τῆσ τροπῆσ καὶ βοῶν καὶ διακελευόμενοσ κινδυνεύοντι τῷ στρατηγῷ βοηθεῖν, ἐποίησεν ἀναστρέψαντασ ἐπιρρῶσαι τὸ νίκημα τῶν ὁπλιτῶν. (Plutarch, chapter 13 3:3)

    (플루타르코스, chapter 13 3:3)

유의어

  1. 지시하다

  2. to encourage one another

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION