고전 발음: [] 신약 발음: []
Principal Part: διαγνωστικός διαγνωστική διαγνωστικόν
Structure: διαγνωστικ (Stem) + ος (Ending)
| Masculine | Feminine | Neuter | ||
|---|---|---|---|---|
| Singular | Nominative | διαγνωστικός | διαγνωστική | διαγνωστικόν |
| Genitive | διαγνωστικοῦ | διαγνωστικῆς | διαγνωστικοῦ | |
| Dative | διαγνωστικῷ | διαγνωστικῇ | διαγνωστικῷ | |
| Accusative | διαγνωστικόν | διαγνωστικήν | διαγνωστικόν | |
| Vocative | διαγνωστικέ | διαγνωστική | διαγνωστικόν | |
| Dual | N/A/V | διαγνωστικώ | διαγνωστικᾱ́ | διαγνωστικώ |
| G/D | διαγνωστικοῖν | διαγνωστικαῖν | διαγνωστικοῖν | |
| Plural | Nominative | διαγνωστικοί | διαγνωστικαί | διαγνωστικά |
| Genitive | διαγνωστικῶν | διαγνωστικῶν | διαγνωστικῶν | |
| Dative | διαγνωστικοῖς | διαγνωστικαῖς | διαγνωστικοῖς | |
| Accusative | διαγνωστικούς | διαγνωστικᾱ́ς | διαγνωστικά | |
| Vocative | διαγνωστικοί | διαγνωστικαί | διαγνωστικά | |
| Positive | Comparative | Superlative | |
|---|---|---|---|
| Adjective | διαγνωστικός διαγνωστικοῦ | διαγνωστικότερος διαγνωστικοτεροῦ | διαγνωστικότατος διαγνωστικοτατοῦ |
| Adverb | διαγνωστικώς | διαγνωστικότερον | διαγνωστικότατα |
The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.
Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.
Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.
Find this word at Perseus Greek Word Study Tool고전 발음: [] 신약 발음: []

이 저작물은 크리에이티브 커먼즈 저작자표시-비영리 4.0 국제 라이선스에 따라 이용할 수 있습니다.
bab2min@gmail.com
호흡부호 보기
강세부호 보기
장단부호 보기
작은 Iota 보기
모든 부호 보기