헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

δεμνιοτήρης

3군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: δεμνιοτήρης δεμνιοτήρες

형태분석: δεμνιοτηρη (어간) + ς (어미)

어원: thre/w

  1. 꾸물거리는
  1. keeping one to one's bed, a lingering

곡용 정보

3군 변화
남/여성 중성
단수주격 δεμνιοτήρης

꾸물거리는 (이)가

δεμνιότηρες

꾸물거리는 (것)가

속격 δεμνιοτήρους

꾸물거리는 (이)의

δεμνιοτήρους

꾸물거리는 (것)의

여격 δεμνιοτήρει

꾸물거리는 (이)에게

δεμνιοτήρει

꾸물거리는 (것)에게

대격 δεμνιοτήρη

꾸물거리는 (이)를

δεμνιότηρες

꾸물거리는 (것)를

호격 δεμνιοτῆρες

꾸물거리는 (이)야

δεμνιότηρες

꾸물거리는 (것)야

쌍수주/대/호 δεμνιοτήρει

꾸물거리는 (이)들이

δεμνιοτήρει

꾸물거리는 (것)들이

속/여 δεμνιοτήροιν

꾸물거리는 (이)들의

δεμνιοτήροιν

꾸물거리는 (것)들의

복수주격 δεμνιοτήρεις

꾸물거리는 (이)들이

δεμνιοτήρη

꾸물거리는 (것)들이

속격 δεμνιοτήρων

꾸물거리는 (이)들의

δεμνιοτήρων

꾸물거리는 (것)들의

여격 δεμνιοτήρεσιν*

꾸물거리는 (이)들에게

δεμνιοτήρεσιν*

꾸물거리는 (것)들에게

대격 δεμνιοτήρεις

꾸물거리는 (이)들을

δεμνιοτήρη

꾸물거리는 (것)들을

호격 δεμνιοτήρεις

꾸물거리는 (이)들아

δεμνιοτήρη

꾸물거리는 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • δέκατον μὲν ἔτοσ τόδ’ ἐπεὶ Πριάμου μέγασ ἀντίδικοσ, Μενέλαοσ ἄναξ ἠδ’ Ἀγαμέμνων, διθρόνου Διόθεν καὶ δισκήπτρου τιμῆσ ὀχυρὸν ζεῦγοσ Ἀτρειδᾶν στόλον Ἀργείων χιλιοναύτην, τῆσδ’ ἀπὸ χώρασ ἦραν, στρατιῶτιν ἀρωγὰν, μέγαν ἐκ θυμοῦ κλάζοντεσ Ἄρη τρόπον αἰγυπιῶν, οἵτ’ ἐκπατίοισ ἄλγεσι παίδων ὕπατοι λεχέων στροφοδινοῦνται πτερύγων ἐρετμοῖσιν ἐρεσσόμενοι, δεμνιοτήρη πόνον ὀρταλίχων ὀλέσαντεσ· (Aeschylus, Agamemnon, episode, anapests1)

    (아이스킬로스, 아가멤논, episode, anapests1)

  • φεῦ, τίσ ἂν ἐν τάχει, μὴ περιώδυνοσ, μηδὲ δεμνιοτήρησ, μόλοι τὸν αἰεὶ φέρουσ’ ἐν ἡμῖν Μοῖρ’ ἀτέλευτον ὕπνον, δαμέντοσ φύλακοσ εὐμενεστάτου καὶ πολλὰ τλάντοσ γυναικὸσ διαί· (Aeschylus, Agamemnon, choral, strophe 11)

    (아이스킬로스, 아가멤논, choral, strophe 11)

유의어

  1. 꾸물거리는

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION