헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

αὐτοκτονέω

ε 축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: αὐτοκτονέω

형태분석: αὐτοκτονέ (어간) + ω (인칭어미)

어원: From au)tokto/nos

  1. to slay one another

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 αὐτοκτονῶ

αὐτοκτονεῖς

αὐτοκτονεῖ

쌍수 αὐτοκτονεῖτον

αὐτοκτονεῖτον

복수 αὐτοκτονοῦμεν

αὐτοκτονεῖτε

αὐτοκτονοῦσιν*

접속법단수 αὐτοκτονῶ

αὐτοκτονῇς

αὐτοκτονῇ

쌍수 αὐτοκτονῆτον

αὐτοκτονῆτον

복수 αὐτοκτονῶμεν

αὐτοκτονῆτε

αὐτοκτονῶσιν*

기원법단수 αὐτοκτονοῖμι

αὐτοκτονοῖς

αὐτοκτονοῖ

쌍수 αὐτοκτονοῖτον

αὐτοκτονοίτην

복수 αὐτοκτονοῖμεν

αὐτοκτονοῖτε

αὐτοκτονοῖεν

명령법단수 αὐτοκτόνει

αὐτοκτονείτω

쌍수 αὐτοκτονεῖτον

αὐτοκτονείτων

복수 αὐτοκτονεῖτε

αὐτοκτονούντων, αὐτοκτονείτωσαν

부정사 αὐτοκτονεῖν

분사 남성여성중성
αὐτοκτονων

αὐτοκτονουντος

αὐτοκτονουσα

αὐτοκτονουσης

αὐτοκτονουν

αὐτοκτονουντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 αὐτοκτονοῦμαι

αὐτοκτονεῖ, αὐτοκτονῇ

αὐτοκτονεῖται

쌍수 αὐτοκτονεῖσθον

αὐτοκτονεῖσθον

복수 αὐτοκτονούμεθα

αὐτοκτονεῖσθε

αὐτοκτονοῦνται

접속법단수 αὐτοκτονῶμαι

αὐτοκτονῇ

αὐτοκτονῆται

쌍수 αὐτοκτονῆσθον

αὐτοκτονῆσθον

복수 αὐτοκτονώμεθα

αὐτοκτονῆσθε

αὐτοκτονῶνται

기원법단수 αὐτοκτονοίμην

αὐτοκτονοῖο

αὐτοκτονοῖτο

쌍수 αὐτοκτονοῖσθον

αὐτοκτονοίσθην

복수 αὐτοκτονοίμεθα

αὐτοκτονοῖσθε

αὐτοκτονοῖντο

명령법단수 αὐτοκτονοῦ

αὐτοκτονείσθω

쌍수 αὐτοκτονεῖσθον

αὐτοκτονείσθων

복수 αὐτοκτονεῖσθε

αὐτοκτονείσθων, αὐτοκτονείσθωσαν

부정사 αὐτοκτονεῖσθαι

분사 남성여성중성
αὐτοκτονουμενος

αὐτοκτονουμενου

αὐτοκτονουμενη

αὐτοκτονουμενης

αὐτοκτονουμενον

αὐτοκτονουμενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유의어

  1. to slay one another

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION