헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

αὐτοφυής

3군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: αὐτοφυής αὐτοφυές

형태분석: αὐτοφυη (어간) + ς (어미)

어원: fu/omai

  1. 당연한, 자연스러운, 인공의, 모조의
  1. self-grown, of home growth
  2. natural, artificial, rough as it came from the tree
  3. one's own nature

곡용 정보

3군 변화
남/여성 중성
단수주격 αὐτοφυής

(이)가

αὐτόφυες

(것)가

속격 αὐτοφυούς

(이)의

αὐτοφύους

(것)의

여격 αὐτοφυεί

(이)에게

αὐτοφύει

(것)에게

대격 αὐτοφυή

(이)를

αὐτόφυες

(것)를

호격 αὐτοφυές

(이)야

αὐτόφυες

(것)야

쌍수주/대/호 αὐτοφυεί

(이)들이

αὐτοφύει

(것)들이

속/여 αὐτοφυοίν

(이)들의

αὐτοφύοιν

(것)들의

복수주격 αὐτοφυείς

(이)들이

αὐτοφύη

(것)들이

속격 αὐτοφυών

(이)들의

αὐτοφύων

(것)들의

여격 αὐτοφυέσιν*

(이)들에게

αὐτοφύεσιν*

(것)들에게

대격 αὐτοφυείς

(이)들을

αὐτοφύη

(것)들을

호격 αὐτοφυείς

(이)들아

αὐτοφύη

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἀμοιρεῖ δ’ οὔτε ὕδατοσ οὔτε φωτόσ, ἀλλὰ πηγὴ μέν ἡδίστου νάματοσ ὑπορρεῖ παρὰ τὸν κρημνόν, αὐτοφυεῖσ δὲ ῥωχμοὶ τῆσ πέτρασ ᾗ μάλιστα περιπίπτει τὸ φῶσ ἔξωθεν ὑπολαμβάνουσι, καὶ καταλάμπεται ἡμέρασ τὸ χωρίον, ὁ δ’ ἐντὸσ ἀὴρ ἀστάλακτοσ καὶ καθαρόσ, πυκνότητι τῆσ πέτρασ τὸ νοτερὸν καὶ ἀποτηκόμενον εἰσ τὴν πηγὴν ἐκπιεζούσησ. (Plutarch, chapter 4 5:1)

    (플루타르코스, chapter 4 5:1)

  • ἁπτόμενοσ δὲ συντονώτερον πορισμοῦ τὴν μὲν γεωργίαν μᾶλλον ἡγεῖτο διαγωγὴν ἢ πρόσοδον, εἰσ δ’ ἀσφαλῆ πράγματα καὶ βέβαια κατατιθέμενοσ τὰσ ἀφορμάσ ἐκτᾶτο λίμνασ, ὕδατα θερμά, τόπουσ κναφεῦσιν ἀνειμένουσ, ἔργα πίσσια, χώραν ἔχουσαν αὐτοφυεῖσ νομὰσ καὶ ὕλασ, ἀφ’ ὧν αὐτῷ χρήματα προσῄει πολλὰ μηδ’ ὑπὸ τοῦ Διόσ, ὥσ φησὶν αὐτόσ, βλαβῆναι δυναμένων. (Plutarch, Marcus Cato, chapter 21 5:1)

    (플루타르코스, Marcus Cato, chapter 21 5:1)

  • "δέδοκται μηδεμίαν ἡδονὴν ἀσύμβολον δέχεσθαι, ἀλλ’ εὐφραινομένουσ δυσκολαίνειν, ἂν μὴ μετά τινοσ μισθοῦ τοῦτο πάσχωμεν ἢ τὸ μὲν μύρον εἰκότωσ ὑποδυσωπούμεθα καὶ τὴν πορφύραν διὰ τὴν ἐπίθετον πολυτέλειαν ὡσ δολερὰ εἵματα καὶ χρίματα κατὰ τὴν τοῦ βαρβάρου φωνήν, αἱ δ’ αὐτοφυεῖσ χρόαι καὶ ὀσμαὶ τὸ ἀφελὲσ ἔχουσι καὶ καθαρὸν καὶ οὐδὲν ὀπώρασ διαφέρουσι; (Plutarch, Quaestiones Convivales, book 3, 7:1)

    (플루타르코스, Quaestiones Convivales, book 3, 7:1)

  • παιδιαὶ δ’ εἰσὶν τοῖσ τηλικούτοισ αὐτοφυεῖσ τινεσ, ἃσ ἐπειδὰν συνέλθωσιν αὐτοὶ σχεδὸν ἀνευρίσκουσι. (Plato, Laws, book 7 37:1)

    (플라톤, Laws, book 7 37:1)

  • τοῦτον γὰρ πολύγονον ὄντα καὶ τὰσ τροφὰσ αὐτοφυεῖσ παρεχόμενον ῥᾳδίωσ ἐκτρέφειν τὰ ζωογονηθέντα· (Diodorus Siculus, Bibliotheca Historica, book 1, chapter 10 1:2)

    (디오도로스 시켈로스, Bibliotheca Historica, book 1, chapter 10 1:2)

유의어

  1. one's own nature

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION