헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀντιστρατεύομαι

비축약 동사; 이상동사 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἀντιστρατεύομαι

형태분석: ἀντιστρατεύ (어간) + ομαι (인칭어미)

  1. to make war against

활용 정보

현재 시제

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἀντιστρατεύομαι

ἀντιστρατεύει, ἀντιστρατεύῃ

ἀντιστρατεύεται

쌍수 ἀντιστρατεύεσθον

ἀντιστρατεύεσθον

복수 ἀντιστρατευόμεθα

ἀντιστρατεύεσθε

ἀντιστρατεύονται

접속법단수 ἀντιστρατεύωμαι

ἀντιστρατεύῃ

ἀντιστρατεύηται

쌍수 ἀντιστρατεύησθον

ἀντιστρατεύησθον

복수 ἀντιστρατευώμεθα

ἀντιστρατεύησθε

ἀντιστρατεύωνται

기원법단수 ἀντιστρατευοίμην

ἀντιστρατεύοιο

ἀντιστρατεύοιτο

쌍수 ἀντιστρατεύοισθον

ἀντιστρατευοίσθην

복수 ἀντιστρατευοίμεθα

ἀντιστρατεύοισθε

ἀντιστρατεύοιντο

명령법단수 ἀντιστρατεύου

ἀντιστρατευέσθω

쌍수 ἀντιστρατεύεσθον

ἀντιστρατευέσθων

복수 ἀντιστρατεύεσθε

ἀντιστρατευέσθων, ἀντιστρατευέσθωσαν

부정사 ἀντιστρατεύεσθαι

분사 남성여성중성
ἀντιστρατευομενος

ἀντιστρατευομενου

ἀντιστρατευομενη

ἀντιστρατευομενης

ἀντιστρατευομενον

ἀντιστρατευομενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • βλέπω δὲ ἕτερον νόμον ἐν τοῖσ μέλεσίν μου ἀντιστρατευόμενον τῷ νόμῳ τοῦ νοόσ μου καὶ αἰχμαλωτίζοντά με [ἐν] τῷ νόμῳ τῆσ ἁμαρτίασ τῷ ὄντι ἐν τοῖσ μέλεσίν μου. (PROS RWMAIOUS, chapter 1 204:1)

    (PROS RWMAIOUS, chapter 1 204:1)

유의어

  1. to make war against

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION