헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀνεκπίμπλημι

-μι 무어간모음 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἀνεκπίμπλημι

형태분석: ἀν (접두사) + ἐκ (접두사) + πίμπλᾱ (어간) + μι (인칭어미)

  1. to fill up or again

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἀνεκπίμπλημι

ἀνεκπίμπλης

ἀνεκπίμπλησιν*

쌍수 ἀνεκπίμπλατον

ἀνεκπίμπλατον

복수 ἀνεκπίμπλαμεν

ἀνεκπίμπλατε

ἀνεκπιμπλάᾱσιν*

접속법단수 ἀνεκπιμπλῶ

ἀνεκπιμπλῇς

ἀνεκπιμπλῇ

쌍수 ἀνεκπιμπλῆτον

ἀνεκπιμπλῆτον

복수 ἀνεκπιμπλῶμεν

ἀνεκπιμπλῆτε

ἀνεκπιμπλῶσιν*

기원법단수 ἀνεκπιμπλαίην

ἀνεκπιμπλαίης

ἀνεκπιμπλαίη

쌍수 ἀνεκπιμπλαίητον

ἀνεκπιμπλαιήτην

복수 ἀνεκπιμπλαίημεν

ἀνεκπιμπλαίητε

ἀνεκπιμπλαίησαν

명령법단수 ἀνεκπίμπλᾱ

ἀνεκπιμπλάτω

쌍수 ἀνεκπίμπλατον

ἀνεκπιμπλάτων

복수 ἀνεκπίμπλατε

ἀνεκπιμπλάντων

부정사 ἀνεκπιμπλάναι

분사 남성여성중성
ἀνεκπιμπλᾱς

ἀνεκπιμπλαντος

ἀνεκπιμπλᾱσα

ἀνεκπιμπλᾱσης

ἀνεκπιμπλαν

ἀνεκπιμπλαντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἀνεκπίμπλαμαι

ἀνεκπίμπλασαι

ἀνεκπίμπλαται

쌍수 ἀνεκπίμπλασθον

ἀνεκπίμπλασθον

복수 ἀνεκπιμπλάμεθα

ἀνεκπίμπλασθε

ἀνεκπίμπλανται

접속법단수 ἀνεκπιμπλῶμαι

ἀνεκπιμπλῇ

ἀνεκπιμπλῆται

쌍수 ἀνεκπιμπλῆσθον

ἀνεκπιμπλῆσθον

복수 ἀνεκπιμπλώμεθα

ἀνεκπιμπλῆσθε

ἀνεκπιμπλῶνται

기원법단수 ἀνεκπιμπλαίμην

ἀνεκπιμπλαῖο

ἀνεκπιμπλαῖτο

쌍수 ἀνεκπιμπλαῖσθον

ἀνεκπιμπλαίσθην

복수 ἀνεκπιμπλαίμεθα

ἀνεκπιμπλαῖσθε

ἀνεκπιμπλαῖντο

명령법단수 ἀνεκπίμπλασο

ἀνεκπιμπλάσθω

쌍수 ἀνεκπίμπλασθον

ἀνεκπιμπλάσθων

복수 ἀνεκπίμπλασθε

ἀνεκπιμπλάσθων

부정사 ἀνεκπίμπλασθαι

분사 남성여성중성
ἀνεκπιμπλαμενος

ἀνεκπιμπλαμενου

ἀνεκπιμπλαμενη

ἀνεκπιμπλαμενης

ἀνεκπιμπλαμενον

ἀνεκπιμπλαμενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유의어

  1. to fill up or again

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION