헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἁλουργίς

3군 변화 명사; 여성 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἁλουργίς ἁλουργίδος

형태분석: ἁλουργιδ (어간) + ς (어미)

어원: from a(lourgh/s

  1. purple robe
  2. (attributive, with ἐσθής, false reading in Lucian, The Ship 22) purple robe

곡용 정보

3군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • δέδοικα δὲ μὴ καὶ τοὐμὸν κάμηλοσ ἐν Αἰγυπτίοισ ᾖ, οἱ δὲ ἄνθρωποι τὸν χαλινὸν ἔτι αὐτῆσ θαυμάζωσι καὶ τὴν ἁλουργίδα, ἐπειδὴ οὐδὲ τὸ ἐκ δυοῖν τοῖν καλλίστοιν συγκεῖσθαι, διαλόγου καὶ κωμῳδίασ, οὐδὲ τοῦτο ἀπόχρη εἰσ εὐμορφίαν, εἰ μὴ καὶ ἡ μῖξισ ἐναρμόνιοσ καὶ κατὰ τὸ σύμμετρον γίγνοιτο· (Lucian, Prometheus es in verbis 12:1)

    (루키아노스, Prometheus es in verbis 12:1)

  • οὑμοὶ δέ γ’ αὖ λέγουσιν ὡσ ἁλουργίδα ἔχων κατάπαστον καὶ στεφάνην ἐφ’ ἁρ́ματοσ χρυσοῦ διώξει Σμικύθην καὶ κύριον. (Aristotle, Episode25)

    (아리스토텔레스, Episode25)

  • καὶ Κροτωνιᾶται δ’, ὥσ φησι Τίμαιοσ, μετὰ τὸ ἐξελεῖν Συβαρίτασ ἐξώκειλαν εἰσ τρυφὴν ὥστε καὶ τὸν ἄρχοντα αὐτῶν περιιέναι κατὰ τὴν πόλιν ἁλουργίδα ἠμφιεσμένον καὶ ἐστεφανωμένον χρυσῷ στεφάνῳ, ὑποδεδεμένον λευκὰσ κρηπῖδασ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 12, book 12, chapter 20 1:11)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 12, book 12, chapter 20 1:11)

  • "’ Ἀναξανδρίδησ διδάσκων ποτὲ διθύραμβον Ἀθήνησιν εἰσῆλθεν ἐφ’ ἵππου καὶ ἀπήγγειλέν τι τῶν ἐκ τοῦ ᾄσματοσ, ἦν δὲ τὴν ὄψιν καλὸσ καὶ μέγασ καὶ κόμην ἔτρεφε καὶ ἐφόρει ἁλουργίδα καὶ κράσπεδα χρυσᾶ, πικρὸσ δ’ ὢν τὸ ἦθοσ ἐποίει τι τοιοῦτο περὶ τὰσ κωμῳδίασ· (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 9, book 9, chapter 14 5:40)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 9, book 9, chapter 14 5:40)

  • ἦν δὲ τοῦ καιροῦ τῆσ ἐπιχειρήσεωσ σύμβολον, ἐξαναστάντα τὴν ἁλουργίδα πτύξαι καὶ περιβαλέσθαι πάλιν. (Plutarch, chapter 14 5:1)

    (플루타르코스, chapter 14 5:1)

유의어

  1. purple robe

  2. purple robe

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION