Ancient Greek-English Dictionary Language

ἁλιτενής

Third declension Adjective; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: ἁλιτενής ἁλιτενές

Structure: ἁλιτενη (Stem) + ς (Ending)

Etym.: a(/ls, tei/nw

Sense

  1. stretching along the sea, level, flat

Examples

  • διὰ δὲ τοῦτο καὶ Ἀκτήν φασι λεχθῆναι τὸ παλαιὸν καὶ Ἀκτικὴν τὴν νῦν Ἀττικὴν παρονομασθεῖσαν, ὅτι τοῖσ ὄρεσιν ὑποπέπτωκε τὸ πλεῖστον μέροσ αὐτῆσ ἁλιτενὲσ καὶ στενόν, μήκει δ’ ἀξιολόγῳ κεχρημένον, προπεπτωκὸσ μέχρι Σουνίου. (Strabo, Geography, Book 9, chapter 1 3:5)
  • καλεῖται δὲ τὸ μὲν τῆσ Μαιώτιδοσ στόμα Κιμμερικὸσ Βόσποροσ, ὃ τὸ μὲν πλάτοσ ἔχει περὶ τριάκοντα στάδια, τὸ δὲ μῆκοσ ἑξήκοντα, πᾶν δ’ ἐστὶν ἁλιτενέσ· (Polybius, Histories, book 4, chapter 39 3:1)

Synonyms

  1. stretching along the sea

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION