ἀγγελιαφόρος
Second declension Noun;
자동번역
Transliteration:
Principal Part:
ἀγγελιαφόρος
Sense
- a messenger, the Persian minister who introduced people
- ἀλλ’ εἴ μοι τοιοῦτοσ ἀγγελιαφόροσ γένοιο πρὸσ αὐτὴν οἱο͂σ παρ’ ἐκείνησ πρὸσ μὲ γεγένησαι, τολμήσω ἀναρρῖψαι τὸν κύβον, θάρρει, ὦ Λυκῖνε, τούτου γε ἕνεκα, ὡσ οὐ φαῦλόν με ὑποκριτὴν ἕξων τῆσ ἀπολογίασ, πειρώμενοσ διὰ βραχέων εἰπεῖν, ὡσ ἂν μᾶλλον μνημονεύσαιμι. (Lucian, Pro imaginibus, (no name) 16:4)
- "μαχατάσ τοι, οὐκ ἀγγελιαφόροσ, εἱπόμαν· (Plutarch, De Herodoti malignitate, section 32 8:2)
- "μαχητὴσ ἐπέμφθην οὐκ ἀγγελιαφόροσ. (Plutarch, Apophthegmata Laconica, Qemisteou, section 1 1:1)
- "μαχητὴσ ἐπέμφθην οὐκ ἀγγελιαφόροσ. (Plutarch, Apophthegmata Laconica, , section 1 3:1)