Ancient Greek-English Dictionary Language

ἀφθόνητος

First/Second declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: ἀφθόνητος ἀφθόνητη ἀφθόνητον

Structure: ἀ (Prefix) + φθονητ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: fqone/w

Sense

  1. unenvied

Examples

  • Ἆγισ Ῥόδιοσ ὤπτηκεν ἰχθὺν μόνοσ ἄκρωσ, Νηρεὺσ δ’ ὁ Χῖοσ γόγγρον ἧψε τοῖσ θεοῖσ, θρῖον τὸ λευκὸν οὑξ Ἀθηνῶν Χαριάδησ, ζωμὸσ μέλασ ἐγένετο πρώτῳ Λαμπρίᾳ, ἀλλᾶντασ Ἀφθόνητοσ, Εὔθυνοσ φακῆν, ἀπὸ συμβολῶν συνάγουσιν Ἀριστίων σπάρουσ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 9, book 9, chapter 24 2:1)
  • ἀφθόνητοσ δ’ αἶνοσ Ὀλυμπιονίκαισ οὗτοσ ἄγκειται. (Pindar, Odes, olympian odes, olympian 11 2:1)
  • ὕπατ’ εὐρὺ ἀνάσσων Ὀλυμπίασ, ἀφθόνητοσ ἔπεσσιν γένοιο χρόνον ἅπαντα, Ζεῦ πάτερ, καὶ τόνδε λαὸν ἀβλαβῆ νέμων Ξενοφῶντοσ εὔθυνε δαίμονοσ οὖρον· (Pindar, Odes, olympian odes, olympian 13 7:1)
  • ὁ δ’ ἀφθόνητόσ γ’ οὐκ ἐπίζηλοσ πέλει. (Aeschylus, Agamemnon, episode, anapests 9:20)

Synonyms

  1. unenvied

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION