ἀάω
α-contract Verb;
자동번역
Transliteration:
Principal Part:
ἀάω
Structure:
ἀά
(Stem)
+
ω
(Ending)
Etym.: root AV cf a)/th,au)a/ta
Sense
- to hurt, damage, to mislead, infatuate
- to act recklessly or foolishly, I was infatuated
Conjugation
The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.
Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.
- νεξ σατισ νοβιλι ̔θυεμ ποστεα βισ ξονσυλεμ φεξιτ̓, ξυμ φιλια ειυσ αυγυστα εσσετ ετ αυγυσταε φιλια, σεδ ηασ νυπτιασ ετ φαυστινα ετ ιπσα θυαε δαβατυρ ινϝιταε ηαβυερυντ. (Unknown, Scriptores Historiae Augustae, Vol 1, marcus antoninus philosophus, chapter 20 7:1)
- ετ ηασ θυιδεμ λιττερασ μισσισ στιπατοριβυσ φιδελισσιμισ δεδιτ, θυιβυσ πραεξεπιτ, υτ επιστυλαμ πυβλιξε δαρεντ, ποστεα ϝερο διξερεντ σε ϝελλε πλεραθυε οξξυλτε συγγερερε, θυαε αδ ρεσ βελλιξασ περτινερεντ ετ αδ σεξρετα ξαστρορυμ ατθυε αυλιξαμ φιδεμ; (Unknown, Scriptores Historiae Augustae, Vol 1, vita clodii albini, chapter 8 1:1)
- ηασ λιττερασ ξυμ περτιναχ ινϝενισσετ, ιν αλβινι οδιυμ πυβλιξαρε στυδυιτ. (Unknown, Scriptores Historiae Augustae, Vol 1, vita clodii albini, chapter 14 6:1)
- φαμιλιαρε ιλλι φυιτ ηασ θυαεστιονεσ γραμματιξισ προ‐ πονερε, υτ διξερεντ σινγυλα ανιμαλια θυομοδο ϝοξεμ εμιττερεντ, ϝελυτ· (Unknown, Scriptores Historiae Augustae, Vol 2, antoninus geta, chapter 5 4:1)
- μυλτυμ απυδ μιλιτεσ οβφυισσε διξυντυρ, ναμ, ξυμ πατρεμ οξξιδισσεντ, θυιδαμ ηυνξ σερϝαρε ϝολυερυντ, σεδ εχστιτιτ ξυβιξυλαριυσ, θυι ηασ επιστυλασ ξοντιονι μιλιτυμ λεγιτ. (Unknown, Scriptores Historiae Augustae, Vol 2, diadumenus antoninus, chapter 9 3:1)