헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

μονογενής

3군 변화 형용사; 기독교 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: μονογενής μονογενές

형태분석: μονογενη (어간) + ς (어미)

어원: gi/gnomai

  1. being the only member of a kin or kind, (Christianity, of Christ) only-begotten of God

곡용 정보

3군 변화
남/여성 중성
단수주격 μονογενής

(이)가

μονόγενες

(것)가

속격 μονογενούς

(이)의

μονογένους

(것)의

여격 μονογενεί

(이)에게

μονογένει

(것)에게

대격 μονογενή

(이)를

μονόγενες

(것)를

호격 μονογενές

(이)야

μονόγενες

(것)야

쌍수주/대/호 μονογενεί

(이)들이

μονογένει

(것)들이

속/여 μονογενοίν

(이)들의

μονογένοιν

(것)들의

복수주격 μονογενείς

(이)들이

μονογένη

(것)들이

속격 μονογενών

(이)들의

μονογένων

(것)들의

여격 μονογενέσιν*

(이)들에게

μονογένεσιν*

(것)들에게

대격 μονογενείς

(이)들을

μονογένη

(것)들을

호격 μονογενείς

(이)들아

μονογένη

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • Καὶ ἦλθεν Ἰεφθάε εἰσ Μασσηφὰ εἰσ τὸν οἶκον αὐτοῦ, καὶἰδοὺ ἡ θυγάτηρ αὐτοῦ ἐξεπορεύετο εἰσ ὑπάντησιν ἐν τυμπάνοισ καὶ χοροῖσ. καὶ αὕτη ἦν μονογενήσ, οὐκ ἦν αὐτῷ ἕτεροσ υἱὸσ ἢ θυγάτηρ. (Septuagint, Liber Iudicum 11:34)

    (70인역 성경, 판관기 11:34)

  • καὶ οὐκ ἐμόλυνα τὸ ὄνομά μου οὐδὲ τὸ ὄνομα τοῦ πατρόσ μου ἐν τῇ γῇ τῆσ αἰχμαλωσίασ μου. μονογενήσ εἰμι τῷ πατρί μου, καὶ οὐχ ὑπάρχει αὐτῷ παιδίον, ὃ κληρονομήσει αὐτόν, οὐδὲ ἀδελφὸσ ἐγγὺσ οὐδὲ ὑπάρχων αὐτῷ υἱόσ, ἵνα συντηρήσω ἐμαυτὴν αὐτῷ γυναῖκα. ἤδη ἀπώλοντό μοι ἑπτά. ἵνα τί μοι ζῆν̣ καὶ εἰ μὴ δοκεῖ σοι ἀποκτεῖναί με, ἐπίταξον ἐπιβλέψαι ἐπ̓ ἐμὲ καὶ ἐλεῆσαί με καὶ μηκέτι ἀκοῦσαί με ὀνειδισμόν. (Septuagint, Liber Thobis 3:15)

    (70인역 성경, 토빗기 3:15)

  • ἐπίβλεψον ἐπ̓ ἐμὲ καὶ ἐλέησόν με, ὅτι μονογενὴσ καὶ πτωχόσ εἰμι ἐγώ. (Septuagint, Liber Psalmorum 24:16)

    (70인역 성경, 시편 24:16)

  • Ἔστι γὰρ ἐν αὐτῇ πνεῦμα νοερόν, ἅγιον, μονογενέσ, πολυμερέσ, λεπτόν, εὐκίνητον, τρανόν, ἀμόλυντον, σαφέσ, ἀπήμαντον, φιλάγαθον, ὀξύ, ἀκώλυτον, εὐεργετικόν, (Septuagint, Liber Sapientiae 7:22)

    (70인역 성경, 지혜서 7:22)

  • "μὴν ἀλλὰ κἂν εἷσ οὗτοσ μονογενήσ, ὡσ οἰέται καὶ Ἀριστοτέλησ, τρόπον τινὰ καὶ τοῦτον ἐκ πέντε συγκείμενον κόσμων καὶ συνηρμοσμένον εἶναι· (Plutarch, De E apud Delphos, section 112)

    (플루타르코스, De E apud Delphos, section 112)

  • λύει δ’ αὕτη μὲν ταχὺ καὶ μετὰ βίασ τὴν ψυχὴν ἀπὸ τοῦ σώματοσ, ἡ δὲ Φερσεφόνη πράωσ καὶ χρόνῳ πολλῷ τὸν νοῦν ἀπὸ τῆσ ψυχῆσ καὶ διὰ τοῦτο μονογενὴσ κέκληται· (Plutarch, De faciae quae in orbe lunae apparet, section 28 5:2)

    (플루타르코스, De faciae quae in orbe lunae apparet, section 28 5:2)

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION