헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

μεταμαίομαι

비축약 동사; 이상동사 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: μεταμαίομαι

형태분석: μετα (접두사) + μαί (어간) + ομαι (인칭어미)

  1. 쫓다, 추구하다, 뒤쫓다
  1. to search after, chase

활용 정보

현재 시제

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 μεταμαίομαι

(나는) 쫓는다

μεταμαίει, μεταμαίῃ

(너는) 쫓는다

μεταμαίεται

(그는) 쫓는다

쌍수 μεταμαίεσθον

(너희 둘은) 쫓는다

μεταμαίεσθον

(그 둘은) 쫓는다

복수 μεταμαιόμεθα

(우리는) 쫓는다

μεταμαίεσθε

(너희는) 쫓는다

μεταμαίονται

(그들은) 쫓는다

접속법단수 μεταμαίωμαι

(나는) 쫓자

μεταμαίῃ

(너는) 쫓자

μεταμαίηται

(그는) 쫓자

쌍수 μεταμαίησθον

(너희 둘은) 쫓자

μεταμαίησθον

(그 둘은) 쫓자

복수 μεταμαιώμεθα

(우리는) 쫓자

μεταμαίησθε

(너희는) 쫓자

μεταμαίωνται

(그들은) 쫓자

기원법단수 μεταμαιοίμην

(나는) 쫓기를 (바라다)

μεταμαίοιο

(너는) 쫓기를 (바라다)

μεταμαίοιτο

(그는) 쫓기를 (바라다)

쌍수 μεταμαίοισθον

(너희 둘은) 쫓기를 (바라다)

μεταμαιοίσθην

(그 둘은) 쫓기를 (바라다)

복수 μεταμαιοίμεθα

(우리는) 쫓기를 (바라다)

μεταμαίοισθε

(너희는) 쫓기를 (바라다)

μεταμαίοιντο

(그들은) 쫓기를 (바라다)

명령법단수 μεταμαίου

(너는) 쫓아라

μεταμαιέσθω

(그는) 쫓아라

쌍수 μεταμαίεσθον

(너희 둘은) 쫓아라

μεταμαιέσθων

(그 둘은) 쫓아라

복수 μεταμαίεσθε

(너희는) 쫓아라

μεταμαιέσθων, μεταμαιέσθωσαν

(그들은) 쫓아라

부정사 μεταμαίεσθαι

쫓는 것

분사 남성여성중성
μεταμαιομενος

μεταμαιομενου

μεταμαιομενη

μεταμαιομενης

μεταμαιομενον

μεταμαιομενου

미완료(Imperfect) 시제

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 μετεμαιόμην

(나는) 쫓고 있었다

μετεμαίου

(너는) 쫓고 있었다

μετεμαίετο

(그는) 쫓고 있었다

쌍수 μετεμαίεσθον

(너희 둘은) 쫓고 있었다

μετεμαιέσθην

(그 둘은) 쫓고 있었다

복수 μετεμαιόμεθα

(우리는) 쫓고 있었다

μετεμαίεσθε

(너희는) 쫓고 있었다

μετεμαίοντο

(그들은) 쫓고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유의어

  1. 쫓다

파생어

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION