- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ζωή?

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: zōē 고전 발음: [도:에:] 신약 발음: [조에]

기본형: ζωή ζωῆς

형태분석: ζω (어간) + η (어미)

어원: ζάω

  1. 소유물, 삶, 살림살이
  2. 삶, 생명
  1. a living, property
  2. life

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ζωή

소유물이

ζωά

소유물들이

ζωαί

소유물들이

속격 ζωῆς

소유물의

ζωαῖν

소유물들의

ζωῶν

소유물들의

여격 ζωῇ

소유물에게

ζωαῖν

소유물들에게

ζωαῖς

소유물들에게

대격 ζωήν

소유물을

ζωά

소유물들을

ζωάς

소유물들을

호격 ζωή

소유물아

ζωά

소유물들아

ζωαί

소유물들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὰ κήτη τὰ μεγάλα καὶ πᾶσαν ψυχὴν ζῴων ἑρπετῶν, ἃ ἐξήγαγε τὰ ὕδατα κατὰ γένη αὐτῶν, καὶ πᾶν πετεινὸν πτερωτὸν κατὰ γένος. καὶ εἶδεν ὁ Θεός, ὅτι καλά. (Septuagint, Liber Genesis 1:21)

    (70인역 성경, 창세기 1:21)

  • φύσεις ζῴων καὶ θυμοὺς θηρίων, πνευμάτων βίας καὶ διαλογισμοὺς ἀνθρώπων, διαφορὰς φυτῶν καὶ δυνάμεις ριζῶν, (Septuagint, Liber Sapientiae 7:20)

    (70인역 성경, 지혜서 7:20)

  • ἀντὶ δὲ λογισμῶν ἀσυνέτων ἀδικίας αὐτῶν, ἐν οἷς πλανηθέντες ἐθρήσκευον ἄλογα ἑρπετὰ καὶ κνώδαλα εὐτελῆ, ἐπαπέστειλας αὐτοῖς πλῆθος ἀλόγων ζώων εἰς ἐκδίκησιν, (Septuagint, Liber Sapientiae 11:15)

    (70인역 성경, 지혜서 11:15)

  • Ταλαίπωροι δὲ καὶ ἐν νεκροῖς αἱ ἐλπίδες αὐτῶν, οἵτινες ἐκάλεσαν θεοὺς ἔργα χειρῶν ἀνθρώπων, χρυσὸν καὶ ἄργυρον τέχνης ἐμμελέτημα καὶ ἀπεικάσματα ζῴων ἢ λίθον ἄχρηστον χειρὸς ἔργον ἀρχαίας. (Septuagint, Liber Sapientiae 13:10)

    (70인역 성경, 지혜서 13:10)

  • οὐδ᾿ ὅσον ἐπιποθῆσαι ὡς ἐν ζῴων ὄψει καλὰ τυγχάνει, ἐκπέφευγε δὲ καὶ τὸν τοῦ Θεοῦ ἔπαινον καὶ τὴν εὐλογίαν αὐτοῦ. (Septuagint, Liber Sapientiae 15:19)

    (70인역 성경, 지혜서 15:19)

유의어

  1. 소유물

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION