헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ζωγραφέω

ε 축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ζωγραφέω ζωγραφήσω

형태분석: ζωγραφέ (어간) + ω (인칭어미)

  1. 그리다, 칠하다
  1. to paint from life, to paint

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ζωγράφω

(나는) 그린다

ζωγράφεις

(너는) 그린다

ζωγράφει

(그는) 그린다

쌍수 ζωγράφειτον

(너희 둘은) 그린다

ζωγράφειτον

(그 둘은) 그린다

복수 ζωγράφουμεν

(우리는) 그린다

ζωγράφειτε

(너희는) 그린다

ζωγράφουσιν*

(그들은) 그린다

접속법단수 ζωγράφω

(나는) 그리자

ζωγράφῃς

(너는) 그리자

ζωγράφῃ

(그는) 그리자

쌍수 ζωγράφητον

(너희 둘은) 그리자

ζωγράφητον

(그 둘은) 그리자

복수 ζωγράφωμεν

(우리는) 그리자

ζωγράφητε

(너희는) 그리자

ζωγράφωσιν*

(그들은) 그리자

기원법단수 ζωγράφοιμι

(나는) 그리기를 (바라다)

ζωγράφοις

(너는) 그리기를 (바라다)

ζωγράφοι

(그는) 그리기를 (바라다)

쌍수 ζωγράφοιτον

(너희 둘은) 그리기를 (바라다)

ζωγραφοίτην

(그 둘은) 그리기를 (바라다)

복수 ζωγράφοιμεν

(우리는) 그리기를 (바라다)

ζωγράφοιτε

(너희는) 그리기를 (바라다)

ζωγράφοιεν

(그들은) 그리기를 (바라다)

명령법단수 ζωγρᾶφει

(너는) 그려라

ζωγραφεῖτω

(그는) 그려라

쌍수 ζωγράφειτον

(너희 둘은) 그려라

ζωγραφεῖτων

(그 둘은) 그려라

복수 ζωγράφειτε

(너희는) 그려라

ζωγραφοῦντων, ζωγραφεῖτωσαν

(그들은) 그려라

부정사 ζωγράφειν

그리는 것

분사 남성여성중성
ζωγραφων

ζωγραφουντος

ζωγραφουσα

ζωγραφουσης

ζωγραφουν

ζωγραφουντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ζωγράφουμαι

(나는) 그려진다

ζωγράφει, ζωγράφῃ

(너는) 그려진다

ζωγράφειται

(그는) 그려진다

쌍수 ζωγράφεισθον

(너희 둘은) 그려진다

ζωγράφεισθον

(그 둘은) 그려진다

복수 ζωγραφοῦμεθα

(우리는) 그려진다

ζωγράφεισθε

(너희는) 그려진다

ζωγράφουνται

(그들은) 그려진다

접속법단수 ζωγράφωμαι

(나는) 그려지자

ζωγράφῃ

(너는) 그려지자

ζωγράφηται

(그는) 그려지자

쌍수 ζωγράφησθον

(너희 둘은) 그려지자

ζωγράφησθον

(그 둘은) 그려지자

복수 ζωγραφώμεθα

(우리는) 그려지자

ζωγράφησθε

(너희는) 그려지자

ζωγράφωνται

(그들은) 그려지자

기원법단수 ζωγραφοίμην

(나는) 그려지기를 (바라다)

ζωγράφοιο

(너는) 그려지기를 (바라다)

ζωγράφοιτο

(그는) 그려지기를 (바라다)

쌍수 ζωγράφοισθον

(너희 둘은) 그려지기를 (바라다)

ζωγραφοίσθην

(그 둘은) 그려지기를 (바라다)

복수 ζωγραφοίμεθα

(우리는) 그려지기를 (바라다)

ζωγράφοισθε

(너희는) 그려지기를 (바라다)

ζωγράφοιντο

(그들은) 그려지기를 (바라다)

명령법단수 ζωγράφου

(너는) 그려져라

ζωγραφεῖσθω

(그는) 그려져라

쌍수 ζωγράφεισθον

(너희 둘은) 그려져라

ζωγραφεῖσθων

(그 둘은) 그려져라

복수 ζωγράφεισθε

(너희는) 그려져라

ζωγραφεῖσθων, ζωγραφεῖσθωσαν

(그들은) 그려져라

부정사 ζωγράφεισθαι

그려지는 것

분사 남성여성중성
ζωγραφουμενος

ζωγραφουμενου

ζωγραφουμενη

ζωγραφουμενης

ζωγραφουμενον

ζωγραφουμενου

미래 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ζωγραφήσω

(나는) 그리겠다

ζωγραφήσεις

(너는) 그리겠다

ζωγραφήσει

(그는) 그리겠다

쌍수 ζωγραφήσετον

(너희 둘은) 그리겠다

ζωγραφήσετον

(그 둘은) 그리겠다

복수 ζωγραφήσομεν

(우리는) 그리겠다

ζωγραφήσετε

(너희는) 그리겠다

ζωγραφήσουσιν*

(그들은) 그리겠다

기원법단수 ζωγραφήσοιμι

(나는) 그리겠기를 (바라다)

ζωγραφήσοις

(너는) 그리겠기를 (바라다)

ζωγραφήσοι

(그는) 그리겠기를 (바라다)

쌍수 ζωγραφήσοιτον

(너희 둘은) 그리겠기를 (바라다)

ζωγραφησοίτην

(그 둘은) 그리겠기를 (바라다)

복수 ζωγραφήσοιμεν

(우리는) 그리겠기를 (바라다)

ζωγραφήσοιτε

(너희는) 그리겠기를 (바라다)

ζωγραφήσοιεν

(그들은) 그리겠기를 (바라다)

부정사 ζωγραφήσειν

그릴 것

분사 남성여성중성
ζωγραφησων

ζωγραφησοντος

ζωγραφησουσα

ζωγραφησουσης

ζωγραφησον

ζωγραφησοντος

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ζωγραφήσομαι

(나는) 그려지겠다

ζωγραφήσει, ζωγραφήσῃ

(너는) 그려지겠다

ζωγραφήσεται

(그는) 그려지겠다

쌍수 ζωγραφήσεσθον

(너희 둘은) 그려지겠다

ζωγραφήσεσθον

(그 둘은) 그려지겠다

복수 ζωγραφησόμεθα

(우리는) 그려지겠다

ζωγραφήσεσθε

(너희는) 그려지겠다

ζωγραφήσονται

(그들은) 그려지겠다

기원법단수 ζωγραφησοίμην

(나는) 그려지겠기를 (바라다)

ζωγραφήσοιο

(너는) 그려지겠기를 (바라다)

ζωγραφήσοιτο

(그는) 그려지겠기를 (바라다)

쌍수 ζωγραφήσοισθον

(너희 둘은) 그려지겠기를 (바라다)

ζωγραφησοίσθην

(그 둘은) 그려지겠기를 (바라다)

복수 ζωγραφησοίμεθα

(우리는) 그려지겠기를 (바라다)

ζωγραφήσοισθε

(너희는) 그려지겠기를 (바라다)

ζωγραφήσοιντο

(그들은) 그려지겠기를 (바라다)

부정사 ζωγραφήσεσθαι

그려질 것

분사 남성여성중성
ζωγραφησομενος

ζωγραφησομενου

ζωγραφησομενη

ζωγραφησομενης

ζωγραφησομενον

ζωγραφησομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐζωγρᾶφουν

(나는) 그리고 있었다

ἐζωγρᾶφεις

(너는) 그리고 있었다

ἐζωγρᾶφειν*

(그는) 그리고 있었다

쌍수 ἐζωγράφειτον

(너희 둘은) 그리고 있었다

ἐζωγραφεῖτην

(그 둘은) 그리고 있었다

복수 ἐζωγράφουμεν

(우리는) 그리고 있었다

ἐζωγράφειτε

(너희는) 그리고 있었다

ἐζωγρᾶφουν

(그들은) 그리고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐζωγραφοῦμην

(나는) 그려지고 있었다

ἐζωγράφου

(너는) 그려지고 있었다

ἐζωγράφειτο

(그는) 그려지고 있었다

쌍수 ἐζωγράφεισθον

(너희 둘은) 그려지고 있었다

ἐζωγραφεῖσθην

(그 둘은) 그려지고 있었다

복수 ἐζωγραφοῦμεθα

(우리는) 그려지고 있었다

ἐζωγράφεισθε

(너희는) 그려지고 있었다

ἐζωγράφουντο

(그들은) 그려지고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καθάπερ γὰρ τῆσ καινῆσ οἰκίασ ἀρχιτέκτονι τῆσ ὅλησ καταβολῆσ φροντιστέον, τῷ δὲ ἐγκαίειν καὶ ζωγραφεῖν ἐπιχειροῦντι τὰ ἐπιτήδεια πρὸσ διακόσμησιν ἐξεταστέον, οὕτω δοκῶ καὶ ἐπὶ ἡμῶν. (Septuagint, Liber Maccabees II 2:29)

    (70인역 성경, Liber Maccabees II 2:29)

  • ὃσ τοῖσ νεκροῖσι ζωγραφεῖ τὰσ ληκύθουσ. (Aristophanes, Ecclesiazusae, Lyric-Scene, antistrophe 2 1:28)

    (아리스토파네스, Ecclesiazusae, Lyric-Scene, antistrophe 2 1:28)

  • "ἡ γὰρ ὄψισ ἐοίκε τὰσ μὲν ἄλλασ φαντασίασ ἐφ’ ὑγροῖσ ζωγραφεῖν, ταχὺ μαραινομένασ καὶ ἀπολειπούσασ τὴν διάνοιαν· (Plutarch, Amatorius, section 16 2:14)

    (플루타르코스, Amatorius, section 16 2:14)

  • γραφεῖσ ἔχοντα πτέρυγασ αὐτὸν ζωγραφεῖν. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 13, book 13, chapter 13 5:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 13, book 13, chapter 13 5:1)

  • ζωγραφοῦσιν ἀσβόλῳ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 13, book 13, chapter 23 2:2)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 13, book 13, chapter 23 2:2)

유의어

  1. 그리다

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION