- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

χαμαιτυπεῖον?

2군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: chamaitypeion 고전 발음: [카마뛰뻬] 신약 발음: [카매뛰삐온]

기본형: χαμαιτυπεῖον χαμαιτυπεῖου

형태분석: χαμαιτυπει (어간) + ον (어미)

어원: from χαμαιτύ_πη

  1. 매음굴
  1. a brothel

곡용 정보

2군 변화
단수 쌍수 복수
주격 χαμαιτυπεῖον

매음굴이

χαμαιτυπείω

매음굴들이

χαμαιτυπεῖα

매음굴들이

속격 χαμαιτυπείου

매음굴의

χαμαιτυπείοιν

매음굴들의

χαμαιτυπείων

매음굴들의

여격 χαμαιτυπείῳ

매음굴에게

χαμαιτυπείοιν

매음굴들에게

χαμαιτυπείοις

매음굴들에게

대격 χαμαιτυπεῖον

매음굴을

χαμαιτυπείω

매음굴들을

χαμαιτυπεῖα

매음굴들을

호격 χαμαιτυπεῖον

매음굴아

χαμαιτυπείω

매음굴들아

χαμαιτυπεῖα

매음굴들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ γὰρ αὖ κἀκείνους ἑώρων, Ἑρμόδωρον μὲν τὸν Ἐπικούρειον χιλίων ἕνεκα δραχμῶν ἐπιορκοῦντα, τὸν Στωϊκὸν δὲ Ἀγαθοκλέα περὶ μισθοῦ τῷ μαθητῇ δικαζόμενον, Κλεινίαν δὲ τὸν ῥήτορα ἐκ τοῦ Ἀσκληπιείου φιάλην ὑφαιρούμενον, τὸν δὲ Κυνικὸν Ἡρόφιλον ἐν τῷ χαμαιτυπείῳ καθεύδοντα. (Lucian, Icaromenippus, (no name) 16:2)

    (루키아노스, Icaromenippus, (no name) 16:2)

  • πλήρεις δὲ αὐτῶν ἐμούντων οἱ στενωποὶ καὶ πρὸς τοῖς χαμαιτυπείοις μαχομένων καὶ μεθ ἡμέραν οἱ πλείονες αὐτῶν κατακλιθέντες ἰατροῖς παρέχουσιν ἀφορμὰς περιόδων: (Lucian, Nigrinus, Nigrinou Fiaosofia 22:4)

    (루키아노스, Nigrinus, Nigrinou Fiaosofia 22:4)

  • Ὅτι μηκέτι δειπνήσει πολυτελῆ δεῖπνα μηδὲ νύκτωρ ἐξιὼν ἅπαντας λανθάνων τῷ ἱματίῳ τὴν κεφαλὴν κατειλήσας περίεισιν ἐν κύκλῳ τὰ χαμαιτυπεῖα, καὶ ἑώθεν ἐξαπατῶν τοὺς νέους ἐπὶ τῇ σοφίᾳ ἀργύριον λήψεται: (Lucian, Dialogi mortuorum, 22:6)

    (루키아노스, Dialogi mortuorum, 22:6)

  • ἀλλ ἐὰν μέν τις οἴκημα παριὼν ἀκούσῃ τοῦ τοιούτου, δῆλον ὅτι φήσει χαμαιτυπεῖον αὐτὸ εἶναι. (Dio, Chrysostom, Orationes, 46:2)

    (디오, 크리소토모스, 연설, 46:2)

  • ἀποστὰς δὲ τοῦ Ζήνωνος πρὸς τοὺς Κυρηναϊκοὺς ἀπετράπη καὶ εἴς τε τὰ χαμαιτυπεῖα εἰσῄει καὶ τἄλλ ἀπαρακαλύπτως ἡδυπάθει. (Diogenes Laertius, Lives of Eminent Philosophers, ISTORIWN Z, Kef. d'. DIONUSIOS 1:2)

    (디오게네스 라에르티오스, Lives of Eminent Philosophers, ISTORIWN Z, Kef. d'. DIONUSIOS 1:2)

유의어

  1. 매음굴

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION