헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ὑπερεμπίπλημι

-μι 무어간모음 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ὑπερεμπίπλημι

형태분석: ὑπερ (접두사) + ἐμπίπλᾱ (어간) + μι (인칭어미)

  1. to fill over-full, to be overfull

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ὑπερεμπίπλημι

ὑπερεμπίπλης

ὑπερεμπίπλησιν*

쌍수 ὑπερεμπίπλατον

ὑπερεμπίπλατον

복수 ὑπερεμπίπλαμεν

ὑπερεμπίπλατε

ὑπερεμπιπλάᾱσιν*

접속법단수 ὑπερεμπιπλῶ

ὑπερεμπιπλῇς

ὑπερεμπιπλῇ

쌍수 ὑπερεμπιπλῆτον

ὑπερεμπιπλῆτον

복수 ὑπερεμπιπλῶμεν

ὑπερεμπιπλῆτε

ὑπερεμπιπλῶσιν*

기원법단수 ὑπερεμπιπλαίην

ὑπερεμπιπλαίης

ὑπερεμπιπλαίη

쌍수 ὑπερεμπιπλαίητον

ὑπερεμπιπλαιήτην

복수 ὑπερεμπιπλαίημεν

ὑπερεμπιπλαίητε

ὑπερεμπιπλαίησαν

명령법단수 ὑπερεμπίπλᾱ

ὑπερεμπιπλάτω

쌍수 ὑπερεμπίπλατον

ὑπερεμπιπλάτων

복수 ὑπερεμπίπλατε

ὑπερεμπιπλάντων

부정사 ὑπερεμπιπλάναι

분사 남성여성중성
ὑπερεμπιπλᾱς

ὑπερεμπιπλαντος

ὑπερεμπιπλᾱσα

ὑπερεμπιπλᾱσης

ὑπερεμπιπλαν

ὑπερεμπιπλαντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ὑπερεμπίπλαμαι

ὑπερεμπίπλασαι

ὑπερεμπίπλαται

쌍수 ὑπερεμπίπλασθον

ὑπερεμπίπλασθον

복수 ὑπερεμπιπλάμεθα

ὑπερεμπίπλασθε

ὑπερεμπίπλανται

접속법단수 ὑπερεμπιπλῶμαι

ὑπερεμπιπλῇ

ὑπερεμπιπλῆται

쌍수 ὑπερεμπιπλῆσθον

ὑπερεμπιπλῆσθον

복수 ὑπερεμπιπλώμεθα

ὑπερεμπιπλῆσθε

ὑπερεμπιπλῶνται

기원법단수 ὑπερεμπιπλαίμην

ὑπερεμπιπλαῖο

ὑπερεμπιπλαῖτο

쌍수 ὑπερεμπιπλαῖσθον

ὑπερεμπιπλαίσθην

복수 ὑπερεμπιπλαίμεθα

ὑπερεμπιπλαῖσθε

ὑπερεμπιπλαῖντο

명령법단수 ὑπερεμπίπλασο

ὑπερεμπιπλάσθω

쌍수 ὑπερεμπίπλασθον

ὑπερεμπιπλάσθων

복수 ὑπερεμπίπλασθε

ὑπερεμπιπλάσθων

부정사 ὑπερεμπίπλασθαι

분사 남성여성중성
ὑπερεμπιπλαμενος

ὑπερεμπιπλαμενου

ὑπερεμπιπλαμενη

ὑπερεμπιπλαμενης

ὑπερεμπιπλαμενον

ὑπερεμπιπλαμενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유의어

  1. to fill over-full

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION